Ακόμα ένας άνθρωπος μεγαλύτερης ηλικίας βρέθηκε νεκρός έπειτα από φωτιά που ξέσπασε στο διαμέρισμά του, αυτή τη φορά στο Νέο Κόσμο. Η είδηση πέρασε στα ψιλά. Δεν είναι η πρώτη φορά, άλλωστε, που ένας ηλικιωμένος χάνει τη ζωή του, απλώς επειδή ζει μόνος, χωρίς φροντίδα και υποστήριξη.
Γράφει η Μαρία Αστερίου*
Η μοναξιά, ιδιαίτερα στην τρίτη ηλικία, αποτελεί ένα ζήτημα αυξανόμενου ενδιαφέροντος και ανησυχίας στην Ευρώπη. Μια νέα αυστριακή μελέτη* για τους παράγοντες που σχετίζονται με τη μοναξιά στους ηλικιωμένους αξιολογεί ως κυρίαρχη την κακή υγεία (43,3%) και έπειτα την έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης και την απομόνωσή τους (27%). Άλλοι παράγοντες είναι η προσωπικότητά τους (10,4%) αλλά και οι δύσκολες συνθήκες με τις οποίες μεγάλωσαν (7,5%).
Μιλήσαμε με ηλικιωμένους, με ανθρώπους που η μοίρα τους έφερε να ζουν μόνοι. Και όσα μας είπαν είναι εκτός από συγκινητικά και άκρως ενδιαφέροντα για την κοινωνία μας.
«Εγώ ζω μαζί και μόνη από τότε που πέθανε ο άντρας μου», λέει η κυρία Μαρίνα που έχει πατήσει τα 78. Και συνεχίζει «Του μιλάω συνέχεια. Το πρωί που σηκώνομαι του φτιάχνω καφέ, συνήθως δε θέλει αλλά εγώ επιμένω να τον φροντίζω».
«Εμείς στο χωριό μεγαλώσαμε καλά, αλλά δύσκολα. Ανέχεια, φτώχεια. Αλλά δεν παραπονιέμαι, έμαθα να χαμογελάω στη ζωή», αναφέρει ο κύριος Κώστας, ετών 81. Μαζί με τη σύζυγό του, την κυρία Αντριάννα, επέλεξαν τους χειμώνες να ζουν σε ένα χωριό της Μεσσηνίας, τόπο καταγωγής του κυρίου Κώστα. Η κυρία Αντριάννα, ωστόσο, εκφράζει τις επιφυλάξεις της για αυτή την επιλογή: «Εγώ θα προτιμούσα να πάμε στην Κέρκυρα. Εγώ εκεί έμαθα τι θα πει ζωή, τραγούδι, γλέντια. Όλη μέρα γλεντούσαμε. Τώρα, εδώ, άλλη επιλογή δεν έχουμε. Ο Κώστας μαστορεύει, μου έχει κάνει το σπίτι άνω κάτω κι εγώ μαγειρεύω. Στους γείτονες δε πάω, δε θέλω, κουτσομπολεύουν. Μόνο τα παιδιά μου γυρεύω».
Τα παιδιά της κυρίας Αντριάννας ζουν στην Αθήνα και επισκέπτονται τους γονείς τους στις γιορτές και λίγες μέρες το καλοκαίρι. Η κόρη, όμως, της κυρίας Παρασκευής (77 ετών), ζει και εργάζεται στην Ελβετία, ακολουθώντας το τεράστιο κύμα του brain drain. “Ζω χωρίς κάποιον δίπλα μου πολλά χρόνια, αλλά τα τελευταία 3-4 που έφυγε η κόρη μου, είμαι εντελώς μα εντελώς μόνη», αναφέρει.
Η Ελλάδα που γερνάει
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που γερνάει. Οι νέοι είτε δημιουργούν οικογένειες στο εξωτερικό, είτε όσοι μένουν στην Ελλάδα γεννούν από 0 έως 2 παιδιά. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, μέχρι το 2030 οι άνω των 60 ετών θα αντιπροσωπεύουν το 33% του πληθυσμού της χώρας, ενώ μέχρι το 2050 το ποσοστό προβλέπεται να αυξηθεί κατά 10 ακόμη μονάδες.
Ρωτήσαμε την κυρία Παρασκευή πόσες επιλογές δραστηριοποίησης έχουν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία στη χώρα μας. «Όχι πολλές, τα ΚΑΠΗ δεν προσφέρουν όσα χρειάζεται ένας μέσος ηλικιωμένος. Εννοώ ότι παλιά οι ανάγκες ήταν διαφορετικές. Τώρα εμείς έχουμε άλλες ανάγκες που συνήθως δεν τις καλύπτουν οι Δήμοι. Θέλουμε να μάθουμε τεχνολογία, για παράδειγμα. Κανείς δε μας δείχνει. Μόνο σε προγράμματα των ΜΚΟ, που παρακολουθώ αλλά κι αυτά αποσπασματικά», μας λέει χαρακτηριστικά, ανοίγοντας ένα σημαντικό κεφάλαιο, αυτό του ψηφιακού αναλφαβητισμού στην Τρίτη ηλικία.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι στην Ελλάδα μόνο το 2% των ατόμων άνω των 65 ετών έχουν ψηφιακές γνώσεις άνω του μετρίου. Το 78% από την άλλη δεν έχει ανοίξει ποτέ ηλεκτρονική συσκευή. Υπολογίζεται ότι την περίοδο της πανδημίας, ακολουθώντας την ταχύτατη ψηφιοποίηση των κρατικών υπηρεσιών, αρκετοί ηλικιωμένοι ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με την τεχνολογία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι σε θέση να τη χρησιμοποιήσουν.
Η βοήθεια της τεχνολογίας
«Εμείς εδώ στο χωριό δεν έχουμε τέτοια», λέει ο κύριος Κώστας και συνεχίζει «Μόνο το κινητό μου φτάνει. Μου έδειξε η κόρη μου να κάνω στόρι στο facebook. Ανεβάζω το κορίτσι μου, την Αντριάννα, όταν φροντίζει τα λουλούδια της. Οι υπόλοιποι δεν έχουν ίντερνετ, δεν τους απασχολεί. Εδώ είμαστε 200 άνθρωποι. Αν χρειαστούμε κάτι θα πάμε στο διπλανό μας, τί να μας κάνει το λάπτοπ;».
Η κυρία Μαρίνα, από την άλλη, μπήκε στον κόσμο του διαδικτύου για πολύ συγκεκριμένους λόγους. «Εγώ έμαθα να ανοίγω το Ζoom γιατί συμμετέχω στη θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου Τρίτης Ηλικίας. Βέβαια, μετά έκανα και facebook, έχω μάθει να παραγγέλνω και φαγητό ηλεκτρονικά. Και ξέρεις κάτι; Όλα αυτά με κάνουν να ξεχνιέμαι. Μέχρι να βρω ποιο κουμπί θα πατήσω, να το κάνω σωστά, περνάει η ώρα. Με κοροϊδεύουν καμιά φορά, αλλά δε με νοιάζει, τους στραβοκοιτάζω και τέλος».
Κι αν την κυρία Μαρίνα δεν την ενοχλεί να την κοροϊδεύουν, η κυρία Παρασκευή έχει νιώσει αρκετές φορές άβολα με ρατσιστικές συμπεριφορές, τη στιγμή που οι διακρίσεις λόγω ηλικίας επισημαίνονται ως οι πιο διαδεδομένες σε όλη την Ευρώπη, σύμφωνα με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA).
«Με έχουν προσβάλει στο σουπερ μάρκετ, στο δρόμο, σε μέσα μεταφοράς, παντού. Υπάρχουν αυτά. Μου μιλάν άσχημα λόγω της ηλικίας μου. Λες και είναι κάτι κακό, λες και δε θα μεγαλώσουν κι αυτοί. Βρε, τους λέω, ευλογία είναι να είσαι γριά, μακάρι να φτάσεις τα χρόνια μου», αναφέρει η κυρία Παρασκευή και συμπληρώνει: «Βέβαια, αυτά τα λέω μπροστά τους, όταν γυρίζω στο σπίτι στεναχωριέμαι πάρα πολύ».
«Εγώ είμαι πατημένα 78», λέει η κυρία Μαρίνα «ας λέει ο καθένας ό,τι θέλει. Αλλά θα σου πω κάτι. Κάθε μέρα φοβάμαι και πιο πολύ ότι θα τα χάσω και θα βάλω κι εγώ καμιά φωτιά κατά λάθος. Να πάω τόσο τσάμπα; Έ, όχι ρε παιδί μου, κρίμα είναι. Γι’ αυτό μιλάω στον άντρα μου, κι ας είναι πεθαμένος.
Το ξέρω ότι φαίνομαι τρελή. Αλλά αν δε φαινόμουν, τότε θα ήμουν».
*Η μελέτη, με επικεφαλής τη Σόφι Γκουθμούλερ του Οικονομικού Πανεπιστημίου της Βιέννης, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «PLoS One», και ανέλυσε στοιχεία, που προήλθαν από την διεθνή έρευνα για την Υγεία, τη Γήρανση και τη Συνταξιοδότηση στην Ευρώπη (SHARE).
H Μαρία Αστερίου σπουδάζει δημοσιογραφία στη New Media Studies