Οι κολοκύθες είναι ένα φθινοπωρινό λαχανικό-φρούτο.
Η μεγαλύτερη ποικιλία κολοκύθας, καλλιεργείται παγκοσμίως από το 1800 από επαγγελματίες καλλιεργητές που λαμβάνουν μέρος σε διαγωνισμούς. Η ποικιλία είναι επίσης γνωστή και ως Atlantic Giant.
Είναι υπέροχες τεράστιες πορτοκαλί κολοκύθες που μπορούν να ζυγίζουν από 225 κιλά μέχρι και 800 κιλά!
Η μεγαλύτερη κολοκύθα αυτού του είδους ζυγίστηκε το 1981 στα 226,80 κιλά. Το 1994 η μεγαλύτερη κολοκύθα έφτασε τα 453 κιλά ενώ το ρεκόρ αυτή τη στιγμή κατέχει η Κρίστη Χαρπ όπου με μίξεις της συγκεκριμένης ποικιλίας με άλλες κατάφερε να καλλιεργήσει μια κολοκύθα μεγέθους 782 κιλών το 2009!
Η ποικιλία αυτή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Nέα Σκωτία του Καναδά το 1978 από τον Howard Dill. από τον οποίο πήρε και την ονομασία της.
Είναι εύκολη στη βλάστηση αλλά προσοχή πρέπει να δίνεται στην τοποθέτηση του φυτού καθώς οι κολοκύθες γίνονται τεράστιες και δεν μπορούν να μετακινηθούν εύκολα.
Οι σπόροι της κολοκύθας φυτεύονται τέλος Απριλίου σε εσωτερικό χώρο, πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά. Ετοιμάζουμε το χώμα στον εξωτερικό χώρο και φυτεύουμα εκεί κατά τη διάρκεια του Μαίου.
Η κολοκύθα χρειάζεται πολύ νερό και συχνή λίπανση. Όταν βγουν τα λουλούδια έχει φτάσει η ώρα να αποφασίσετε εάν θα αφήσετε να ανθήσουν πολλά άνθη ή να αφήσετε ένα ή δύο εάν προορίζετε το φυτό για μια η δυο τεράστιες κολοκύθες!
Χρειάζεται αρκετό χώρο καθώς το κλίμα μεγαλώνει αρκετά. Η μεγάλη κολοκύθα γίγαντας είναι ιδανική για διαγωνισμούς, για να εντυπωσιάσετε τους φίλους σας και όποιον περνάει από τον χώρο στον οποίο βρίσκεται η τεράστια κολοκύθα!
Οι κολοκύθες είναι αναρριχητικά φυτά και οι καρποί τους ποικίλουν σε σχήμα, μέγεθος και χρώμα, από το κλασσικό πορτοκαλί στις κλασσικές κολοκύθες μέχρι τα πολύχρωμα διακοσμητικά κολοκυθάκια και το κλασικό πράσινο που έχουν τα κολοκυθάκια τα γεμιστά.
Η χρήση τους είναι συνήθως στη μαγειρική όπου χρησιμοποιούνται απλά βρασμένα στις σαλάτες ή μαγειρεμένα με μια πληθώρα επιλογών όπως γεμιστά ή χρησιμοποιώντας απλά τον ανθό τους!
Οι κολοκύθες αναπτύσσονται από σπόρο και έχουν γρήγορη ανάπτυξη η οποία γίνεται την άνοιξη και το καλοκαίρι. Η κολοκύθα χρειάζεται υψηλή θερμοκρασία 22+ βαθμούς, πλούσιο σε οργανικά συστατικά χώμα και αρκετό πότισμα για να αναπτυχθεί γρήγορα και σωστά. Επίσης η λίπανση θεωρείται απαραίτητο συστατικό κατά την ανάπτυξη του φυτού.
Τα κύρια είδη της κολοκύθας είναι η κολοκύθα η κοινή (curcubita pepo) η οποία παράγει τα γνωστά πράσινα μικρά κολοκυθάκια που τα τρώμε στις σαλάτες ή ως γεμιστά. Τα κολοκυθάκια αυτά παράγουν επίσης τους ανθούς (κολοκυθοκορφάδες) οι οποίοι τρώγονται συνήθως γεμιστοί με ρύζι.
Δεύτερη κατηγορία κολοκύθας είναι η νεροκολοκύθα (curcubita maxima). H κολοκύθα αυτή είναι συνήθως πορτοκαλί χρώματος, σφαιρική και φτάνει πολλές φορές τα 50 κιλά σε βάρος αν και έχουν αναπτυχθεί ποικιλίες που ξεπερνούν κατά πολύ αυτό το βάρος και χρησιμοποιούνται για διαγωνισμούς (dill’s atlantic giant).
Αυτού του είδους οι κολοκύθες χρησιμοποιούνται κυρίως στην παρασκευή γλυκών όπως διάφορες πίτες αλμυρές και γλυκές. Επίσης χρησιμοποιούνται συχνά για διακοσμητικούς σκοπούς, καθώς αυτό είναι το είδος το οποίο χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να γιορτάσουν το Halloween φτιάχνοντας αυτοσχέδια φανάρια με τρομαχτικά πρόσωπα.
Μια ακόμη κατηγορία κολοκύθας είναι η γλυκιά κολοκυθιά η οποία έχει ωρίμανση το φθινόπωρο καθώς αντέχει σε σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες. Η κολοκύθα αυτή είναι ιδανική για την παρασκευή πιτών.
Κολοκύθα η φλασκιά. Αυτή η κολοκύθα χρησιμοποιείται για διακοσμητικούς σκοπούς. Συνήθως αφού ωριμάσουν πλήρως οι καρποί της τότε κόβονται και μετά από μια μικρή επεξεργασία, για να μην σαπίσει ο καρπός, βάφονται και χρησιμοποιούνται για διακόσμηση.
Η κολοκύθα γίνεται πολύ νόστιμη πίτα, είτε γλυκιά είτε αλμυρή.
Επίσης πολύ θρεπτική σούπα.
Οι σπόροι της κολοκύθας ψημένοι και αλατισμένοι, όπως και τα ηλιόσπορα, γίνονται νόστιμοι ως ξηρός καρπός, τα λεγόμενα “κολοκυθόσπορα” (πασατέμπος).
Υπάρχει μάλιστα κι ένα παλιό δημοφιλές σχετικό τραγουδάκι, με τίτλο Ο ΠΑΣΑΤΕΜΠΟΣ.
Αυτά που λες εγώ τ’ ακούω βερεσέ
Τα παραμύθια σου τ’ ανθίστηκα πια τώρα
Και το κατάλαβα πως ήμουνα για σε
Ο πασατέμπος σου για να περνάς την ώρα
Κάθε σου φίλημα το βρίσκω πιο πικρό
Και τον καημό μου δεν μπορείς να τον γλυκάνεις
Μαζί μου έρχεσαι μπαμπέσικο μικρό
Γιατί γυρεύεις κόνξες σ’ άλλονε να κάνεις
Φύγε λοιπόν αφού το θες αλλού να πας
Άσ’ τις μουρμούρες και τις κλάψες και τις τρίχες
Κι όταν θα σμίξεις με τον μάγκα π’ αγαπάς
Να μην του πεις ότι για πασατέμπο μ’ είχες
Η λέξη ΠΑΣΑΤΕΜΠΟΣ προέρχεται από την σύνθετη Ιταλική λέξη, από το ρήμα “passo” που σημαίνει “περνώ” και το ουσιαστικό “tempo” που σημαίνει “χρόνος”.
Αυτός, λοιπόν είναι ο σπόρος, ο πασατέμπος, δεν φημίζεται, ούτε για τις θεραπευτικές ικανότητές του, ούτε για τις παχυντικές, αν και άψητος κάτι καταφέρνει, σ’ εμάς τους άντρες, σχετικά με τον προστάτη…
Η μοναδική ιδιότητα του είναι -αν και δεν μπορεί αυτό να θεωρηθεί ιδιότητα…- είναι να βοηθάει τον άνθρωπο στο να περνάει την ώρα του, δηλαδή τον αργόσχολο άνθρωπο.
Παλιά ο πασατέμπος πουλιότανε στα καταστήματα ξηρών καρπών και ήτανε συνοδός της βόλτας, του κινηματογράφου, του ραχατιού και της ανεμελιάς, που προέρχονταν από τη φτώχεια. Πουλιότανε από πλανόδιους μικροπωλητές που περιέρχονταν τα υπαίθρια τραπεζάκια που καθότανε ο κοσμάκης και λιαζότανε ή στη βόλτα της πλατείας και του κεντρικού δρόμου.
Άκουγες, λοιπόν, να διαλαλούνε «στραγάλια, φιστίκια, πασατέμπος…».
Τον έβαζαν μέσα σε χειροποίητα χωνιά από εφημερίδες.
Οι καημένες οι καθαρίστριες στους κινηματογράφους κάθε πρωί έβγαζαν με τις οκάδες τα φλούδια από τον πασατέμπο… Έτσι και παρακολουθούσες, μάλιστα, ξένο αισθηματικό έργο, για παράδειγμα το ινδικό “Ναργκίς”, δύο ήταν οι υπόκωφοι ήχοι-θόρυβοι που αναδύονταν στην αίθουσα: το τσάκα τσούκα του πασατέμπου και ο λυγμός από την υπόθεση του έργου, ιδίως των γυναικών…!
Εδώ, στα σινεμά, ο επιχειρηματίας διατηρούσε ο ίδιος κυλικείο, και στα διαλείμματα έβγαζε δυο παιδιά και πουλούσανε λεμονάδες, πορτοκαλάδες, τσίκλες, μέντες, ευκάλυπτους και πασατέμπο.
Ήτανε ο λεπτός και ο χοντρός πασατέμπος, ο αλατισμένος και ο ανάλατος, ο ψημένος και ο ωμός. Εμείς, παιδιά εκείνα τα χρόνια, αγοράζαμε, με το μοναδικό πενηνταράκι που ‘χαμε στην τσέπη μας, πολύ αλμυρό και πολύ ξεροψημένο πασατέμπο που τον έκαναν πολύ πιο νόστιμο…!
Η βόλτα στην κεντρική πλατεία ήτανε πάνω-κάτω. Σε όλες αυτές τις πολύωρες βόλτες, προκειμένου «κάνουμε μάτι» στις κοπέλες κι αυτές σε ‘μας, καταβροχθίζαμε πολύ πασατέμπο.
Από την αλμύρα έσκαζαν τα χείλια μας. Εκείνα τα χρόνια τρώγαμε πασατέμπο και τα φλούδια τα ρίχναμε καταγής, αφού τότε το θέμα καθαριότητα δεν ήτανε όπως σήμερα, σε πρώτη διάταξη…