Ομιλήτρια στην συγκέντρωση ήταν η Ευαγγελοπούλου Ειρήνη , μέλος του Δ.Σ του ΣΕΠΕ Κοζάνης, εκλεγμένη με την Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών.
Στην ομιλία της ανέφερε μεταξύ άλλων « ότι μια ακόμα κυβέρνηση έφαγε τα μούτρα της στην προσπάθεια να αλλάξει το χαρακτήρα της Εργατικής Πρωτομαγιάς, ανέδειξε τις ευθύνες της ΕΕ για την επιδείνωση όλων των πλευρών της ζωής της εργατικής τάξης κάλεσε σε συναγερμό μπροστά στην παραπέρα εμπορευματοποίηση της υγείας με το νέο υγειονομικό χάρτη που φέρνουν για την περιοχή. Έκλεισε με την υπόσχεση ότι θα συνεχίσουμε ακούραστα την προσπάθεια για την ανασύνταξη του κινήματος ως την καλύτερη τιμή για τους νεκρούς της τάξης μας. »
Μετά τη συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε πορεία στους δρόμους της πόλης, η οποία κατέληξε στο Εργατικό Κέντρο Κοζάνης. Εκεί έγιναν τα αποκαλυπτήρια μνημείου – πλάκας που έστησε το συνδικάτο οικοδόμων προς τιμήν του Νικόλαου Παλακοπίτη, ενός από τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές της Καισαριανής, συνιδρυτή του Εργατικού Κέντρου Κοζάνης και πρόεδρο του συνδικάτου οικοδόμων Κοζάνης.
Μέσα σε ρίγη συγκίνησης οι συγκεντρωμένοι φώναζαν συνθήματα όπως “κόκκινη Πρωτομαγιά, πρωτοπόρα εργατιά» δίνοντας υπόσχεση ότι θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο του αγώνα .
Σύντομα βιογραφικά στοιχεία για τον Νικόλαο Πλακοπίτη, όπως αναφέρθηκαν στην ομιλία του Κώστα Χατζηδαμιανού, προέδρου του Συνδικάτου Οικοδόμων:
«Ο Νίκος Πλακοπίτης γεννήθηκε το 1906 στην Κοζάνη. Οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ το 1927, ενώ στη συνέχεια αναδείχθηκε σε στέλεχος του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα ήταν ανταποκριτής του Ριζοσπάστη και εκδότης της εφημερίδας «Παλλαϊκό Μέτωπο», παρότι είχε τελειώσει μόνο το Δημοτικό.
Από μικρή ηλικία συμμετείχε ενεργά στα κοινά, ενώ εργαζόταν ως οικοδόμος και στη συνέχεια έγινε πρόεδρος του Συνδικάτου Οικοδόμων Κοζάνης. Ήταν ένας από τους συνιδρυτές του Εργατικού Κέντρου και για αυτό τιμάται το όνομά του με την ονομασία του δρόμου όπου στεγάζεται σήμερα το ΕΚΝΚ.
Η δράση του αντιμετωπίστηκε με διωγμούς και εξορίες, καθώς εξορίστηκε στον Άη Στράτη, όπου η γνωριμία του με κομμουνιστές διανοούμενους, όπως ήταν ο Γληνός και ο Βάρναλης έκανε ακόμα μεγαλύτερη την πίστη του στα κομμουνιστικά ιδανικά.
Έγγραφο της Ασφάλειας Κοζάνης τον χαρακτηρίζει «λίαν επικίνδυνο και μαχητικό στοιχείο».
Με τη δικτατορία του Μεταξά, εξορίστηκε ακόμη μια φορά αρχικά στη Φολέγανδρο μετά στην Ακροναυπλία, απ’ όπου ζήτησε να τον στείλουν στο μέτωπο για να πολεμήσει, εν συνεχεία στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Λάρισα και το 1943 σε αυτό του Χαϊδαρίου. Από εκεί τον παρέλαβαν οι Γερμανοί την Πρωτομαγιά του 1944 και τον οδήγησαν στο Σκοπευτήριο Καισαριανής όπου και εκτελέστηκε με τους 200.»
Κοζάνη, 1/5/2024