Στις αρχές του προηγούμενου έτους, όταν λαμβάνονταν οι αποφάσεις για το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού και «κλείδωνε» ο σχεδιασμός των ενεργειακών επιδοτήσεων τόσο για τον Οκτώβριο όσο και για το επόμενο εξάμηνο, η τιμή του φυσικού αερίου «έπαιζε» γύρω στα 230 ευρώ, έχοντας πιάσει λίγο νωρίτερα το ρεκόρ των 330 ευρώ και, φυσικά, προκαλούσε τρόμο.
Καταγράφοντας πτώση γύρω στο 30% μέσα στον μήνα που μεσολάβησε και 17% την τελευταία εβδομάδα, η τιμή του φυσικού αερίου έχει προσγειωθεί, πλέον, στα 123 ευρώ. Οι γεμάτες αποθήκες της Ευρώπης, οι καραβιές LNG, οι μετεωρολογικές προγνώσεις που δείχνουν σχετικά ήπιο χειμώνα και πολύ περισσότερο η κινητικότητα στην Ευρώπη για τις όποιες παρεμβάσεις, έστω «χλωμές», σπρώχνουν προς τα κάτω τις τιμές του φυσικού αερίου. Ουδείς φυσικά μπορεί να προβλέψει τι μέλλει γενέσθαι.
Θετική επίδραση στις επιδοτήσεις η «βουτιά» του φυσικού αερίου
«Θα μείνει σε αυτά τα επίπεδα; Θα πάει χαμηλότερα; Θα ανέβει; Υπάρχει τρελή αστάθεια στις αγορές και είναι δύσκολο να προγραμματίσει κανείς» τονίζει υψηλόβαθμος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, συμπληρώνοντας ωστόσο ότι αυτή η «βουτιά» του φυσικού αερίου έχει θετική επίδραση στον σχεδιασμό των επιδοτήσεων, που αφορούν τόσο στη χρήση αερίου από τα νοικοκυριά όσο και στην κατανάλωση ρεύματος. Κοινώς, μπορούν να περισσέψουν πόροι σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς. «Αν συνεχιστεί η πτώση του φυσικού αερίου, θα επαναξιολογήσουμε την πολιτική μας για το 2023», σημειώνει ο ίδιος αξιωματούχος.
Τα προθεσμιακά συμβόλαια του φυσικού αερίου τουλάχιστον για τον Νοέμβριο διατηρούνται στα επίπεδα των 123 ευρώ, ενώ ακόμα και για τους επόμενους μήνες δεν φαίνεται να «βγαίνει» το σύνηθες παιχνίδι των κερδοσκοπικών «χτυπημάτων», καθώς τα συμβόλαια ως το Μάρτιο δεν ξεπερνούν τα 160 ευρώ. Κι αυτά χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει ακόμα η Ευρώπη τι προτίθεται να κάνει για διορθώσει τις στρεβλώσεις στον δείκτη TTF ή/και στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος.
Ανακατεύθυνση των πόρων του φυσικού αερίου προς το πετρέλαιο κίνησης
Οι εξελίξεις στο πεδίο του φυσικού αερίου αναμφίβολα διευκολύνουν και τον άμεσο σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, αφού οι πόροι που θα εξοικονομηθούν από τις επιδοτήσεις στο ρεύμα μπορούν να κατευθυνθούν στο πετρέλαιο κίνησης. Όπως σημειώνουν, άλλωστε, αρμόδιες πηγές, το κόστος δεν είναι απαγορευτικό, αφού δεν ξεπερνά τα 80 εκατ. ευρώ για το δίμηνο Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου.
Οι ίδιες πηγές σημειώνουν, πάντως, ότι οι οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν στο τέλος του Οκτωβρίου κι αφού συνεκτιμηθούν οι εξελίξεις στις διεθνείς αγορές, όπου πάντως η τιμή του πετρελαίου δεν δείχνει επί του παρόντος διάθεση υποχώρησης.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο… καλπασμός του πετρελαίου κίνησης δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, καθώς η αύξηση της ζήτησης έχει προκαλέσει ντελίριο στο χρηματιστήριο ενέργειας. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα συγκριτικά στοιχεία από το εβδομαδιαίο δελτίο της Κομισιόν, η μέση τιμή του πετρελαίου κίνησης στην Ευρωζώνη διαμορφώνεται στα 1,93 ευρώ, έναντι 1,85 ευρώ μέσης τιμής της αμόλυβδης.
Ένας επιπλέον λόγος που φέρνει πιο κοντά την επιδότηση στο πετρέλαιο κίνησης -ενδεχομένως και πάνω από τα 0,15 ευρώ- είναι και το άνοιγμα της «ψαλίδας» με το πετρέλαιο θέρμανσης, κάτι που ξύνει την παλιά πληγή του λαθρεμπορίου καυσίμων. Με τα σημερινά δεδομένα, το όφελος για τους επίδοξους λαθρέμπορους, από τη διαφορά πετρελαίου θέρμανσης- κίνησης, υπολογίζεται σε 760 ευρώ ανά 1.000 λίτρα. Από το υπουργείο Οικονομικών αποκλείουν, πάντως, μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.
Πέρα από την επαναφορά της επιδότησης στο πετρέλαιο κίνησης και την υλοποίηση των μέτρων στήριξης που έχουν ήδη συμπεριληφθεί στο Προσχέδιο, δεν θα πρέπει να αναμένονται άλλες εκπλήξεις ως το τέλος της χρονιάς, παρά τη διαφαινόμενη μεγαλύτερη επιτάχυνση της οικονομίας. Η επίσημη εκτίμηση για φέτος είναι ότι το ΑΕΠ θα «τρέξει» με 5,3%, ωστόσο θεωρείται σχεδόν «κλειδωμένο» ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης θα φτάσουν στο 6%.
«Οι αριθμοί του ΑΕΠ δεν είναι οι κρίσιμοι φτάνοντας στο τέλος του χρόνου. Κρίσιμα είναι τα έσοδα» σημειώνει αρμόδια πηγή, τονίζοντας ότι σε μια τέτοια συγκυρία, με τις αγορές να μυρίζουν… μπαρούτι, δεν πρέπει η χώρα να ρισκάρει το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2022, που θα ληφθεί υπ’ όψιν στις αξιολογήσεις για την επενδυτική βαθμίδα.