ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ 1821
“ Άλλοι με το κοντύλι τους κι άλλοι με καριοφίλι,
Όλοι μαζί της λευτεριάς ανάψαν το φιτίλι''
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς μεγάλης γιορτῆς, θέλω νά μνημονεύσω τούς σιωπηλούς ἐργάτες τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας ἐκείνους τούς χαλεπούς καιρούς καί νά ξεφυλλίσω λησμονημένες σελίδες. Ἡ μνήμη γλιστράει, τίς ἅγιες αὐτές ἡμέρες, στά περασμένα καί θέλοντας καί μή περνάει ἀπό τά ἴχνη αὐτῶν πού μέ πάθος πάλαιψαν στούς μαύρους χρόνους τῆς δουλείας, γιά τό φῶς.
Τούς ἄγνωστους ἀλλά καί τούς γνωστούς. Κυρίως τούς ἄγνωστους. Ἰδιαίτερα ὅλους αὐτούς πού μόχθησαν σέ δύσκολες συνθῆκες μέσα στή σιωπή γιά νά κρατήσουν ἄσβεστο τό πνευματικό φῶς. Τά χρόνια ἐκεῖνα ἡ παιδεία ἀποτελούσε ἐθνική ἀνάγκη, σωτήριο αἴτημα, ἱστορική ἐπιταγή, γιατί μόνον μέσα ἀπό αὐτήν οἱ Ἕλληνες μποροῦσαν νά πετύχουν τήν Ἀνάσταση τοῦ Γένους. Εἶχαν κατανοήσει, εἶχαν πιστέψει, οἱ πρόγονοί μας πῶς ἡ ἐλευθεριά δέ μποροῦσε νά ἔρθει μόνο μέ τά ὅπλα. Θά περνοῦσε καί θά ὁλοκληρώνονταν μέσα ἀπό τά σχολεῖα, τό βιβλίο, τήν ἱστορική μνήμη, τό Ἀλφάβητο, πού θά θέριευαν τήν ἀποσταμένη ἐλπίδα καί θ' ἄνοιγαν εὐρύτερους ὁρίζοντες γιά τό μεγάλο ξεσηκωμό.
«Παιδείας ἄμοιρος λαός κι' ἐλεύθερος δουλοῦται,
Λαός δέ δοῦλος παιδευθείς ἀφ' ἑαυτού λυτροῦται».
Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὅταν σέ δυναστεύει ἡ ἀμάθεια, πῶς εἶναι δυνατόν νά διώξεις τό δυνάστη; Ἡ παιδική προσευχή τοῦ Διάκου «Ὄντας ἡ μαύρη μάνα μου μπροστά σέ μιά εἰκόνα Πλάστη μου μ' ἐγονάτιζε καί μοὔλεγε νά Δεηθῶ γι' αὐτούς πού τό χειμῶνα σά λύκοι τρέχαν στά βουνά μέ χιόνια μ' ἀγριοκαίρια» μᾶς δίνει ζωντανή τήν εἰκόνα. Κάποιοι ἀνδρεῖοι παλληκαράδες πάλευαν μέ τό σπαθί στο χέρι νά σπάσουν τίς βαρειές καί θανατερές ἀλυσίδες γιά νά φέρουν τήν ἃγια λευθεριά. Παράλληλα ὃμως κάποιοι ἄλλοι Ἑλληναράδες ἀγωνίζονταν, μέσα σέ τρομερά δυσμενεῖς συνθῆκες, νά διδάξουν στούς σκλαβωμένους Γραικούς «Τί εἴχανε, τί χάσανε, τι τους πρέπει» καί νά ἀπαλλάξουν τους συμπατριῶτες τους ἀπό τόν ἴδιο τόν κακό ἑαυτό τους. Κράτος δέν ὑπῆρχε. οὔτε αὐτάδελφο Ἔθνος νά βοηθήσει, ἐκτός ἀπό κάποιες Ἑλληνικές Κοινότητες τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Συνεπῶς ἡ Παιδεία ἔπρεπε νά ἀντλήσει κατ' εὐθείαν ἀπό τήν καρδιά τοῦ λαοῦ. Κι' ἐκεῖ βρῆκε μιά σπάνια ἀνταπόκριση. Ὅτι ἔπρεπε νά γίνει, ἔπρεπε οἱ Ἕλληνες νά τό κάνουν μόνοι τους. Κατάφεραν λοιπόν οἱ σιωπηλοί ἄγνωστοι διδάχοι νά ἀποκαταστήσουν ἕνα κλειστό κύκλωμα, μέσα στίς λαϊκές μάζες, γεμᾶτο δύναμη καί παλμό πού ἕλκονταν, σάν τά ἔντομα ἀπό ζείδωρο φῶς.
Σ' αὐτόν τόν κρυφό ἀγώνα τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς αὐτογνωσίας, ἐπιθυμοῦσαν νά ἐνταχθοῦν ὅλοι οἱ ἀνώνυμοι Ἕλληνες, γι' αὐτό καί ὑπῆρξε παλλαϊκή, ἡ συμμετοχή τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων στην κρυφή ἐκπαιδευτική λειτουργία. Ἀπό αὐτήν περίμεναν «νά μετακενώση τά φῶτα εἰς τήν παλαιάν πλήν ἐσβυσμένην ἑστίαν των, εἰς την ἑλληνικήν γῆν». Αὐτή «νά ἀνακαλέση τήν προγονικήν των λαμπρότητα, νά διαλύση τήν ἀχλύν τῆς ἀμαθείας ἀπό τά ὄμματά των καί νά τους δείξη τόν μόνον ἀσφαλῆ δρόμον, ὅστις δύναται νά τούς φέρη ἀπό τά βάραθρα τῆς ἀδοξίας εἰς τόν κολοφῶντα τῆς δόξης».
Ὅλη αὐτή ἡ ἀναγνώριση προχωροῦσε, εἰσχωροῦσε καί ἁπλώνονταν σε εὐρύτερα στρώματα τοῦ σκλάβου, ἀλλά καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς ξένης. Κοινή ἀντίληψη ἦταν ὅτι ἡ ἑλληνική παιδεία θά προετοίμαζε τήν Παλιγγενεσία. Ὅλοι ἀνέμεναν ἀπό τά διάφορα παιδευτήρια τῆς δούλης, Πατρίδος, νά ἐξέλθει ἔνοπλη ἡ ἐλευθερία, μέ σπαθί κοφτερό. Αὐτό καί ἔγινε. Ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα, ὅταν ἐπέστη ἡ στιγμή, τό Ἑλληνικό Ἔθνος παρουσίασε στήν ἀνθρωπότητα ἕνα μεγάλο καινούργιο φανέρωμά του, ἔδειξε τήν παρουσία κι ἔτσι φανέρωσε πάλι τήν ἀρετή του καί τήν ἠθική του δύναμη. Ἀδιαφόρησε ὁλότελα γιά τή γνώμη των τότε ἰσχυρῶν καί ἀπέδειξε, ὅτι εἶχε μείνει ἄγρυπνο μέσα στούς αἰῶνες τῆς Τουρκικῆς δουλείας, ἄγρυπνο στήν ψυχή κι ἐλεύθερο στό πνεῦμα, τήν ὥρα πού ὅλοι πίστευαν ὅτι ἦταν πεθαμένο.
Ἡ παιδεία μέ τούς πνευματικούς της ἀνθρώπους ἔκανε τό θαῦμα. Φλόγισε τις ψυχές. Ἀνάστησε στη συνείδηση τοῦ δούλου γένους τό ἔνδοξο παρελθόν τῆς φυλῆς. Δημιούργησε τό συναίσθημα τῆς φυλετικῆς ὑπεροχῆς ἔναντι τοῦ δυνάστη. Ἡ ἐθνική ψυχή αἰσθάνθηκε βαθιά τό ἅγιο συναίσθημα τῆς ντροπῆς. Καί ὅταν ἕνα ἔθνος αἰσθάνεται ντροπή για τό κατάντημά του, ἑτοιμάζεται για το μεγάλο πήδημα τῆς ζωῆς ἤ τοῦ θανάτου.
Εἶναι γεγονός ἀναμφισβήτητο ὅτι ἡ Ελληνική Παιδεία, τά Ἑλληνικά γράμματα παρασκεύασαν τό 21, κατάφαση τῆς ἑλληνικῆς ἀρετῆς καί ἀνάσταση τοῦ φιλελεύθερου καί ἀνθρωπιστικοῦ πνεύματος τῆς Ἑλλάδας: Τά ἑλληνικά γράμματα μέσω τῶν ἐκπροσώπων τους εἶχαν καταθέσει ἀκυρωτική ἔνσταση στήν ἐπιταγή τῆς Ἱστορίας νά ἐκλείψει ἀπό τά ἐλεύθερα Ἔθνη ἡ Ἑλλάδα. Οἱ υπηρέτες τους διέπλασαν τό ἀρειμάνιο ἦθος τῶν παλληκαριῶν τοῦ Ἱερού Ἀγῶνα καί ἐνστάλαξαν πόθο ἐλευθερίας σ' ὅλο τό Ἔθνος.
Στο βαρύ κύλημα τῶν αἰώνων τῆς σκλαβιᾶς, οἱ δασκαλοκαλόγεροι καί οἱ δάσκαλοι κράτησαν τό σπινθῆρα τῆς ἐθνικῆς ἐλπίδας παραχωμένο στά λιβανιστήρια τῶν ταπεινωμένων μας ναῶν, ἀποσκεπασμένο στοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ τίς φυλλάδες, φανερωμένο καί βροντόλαλο στοῦ Δημοτικοῦ τραγουδιοῦ τους περήφανους στίχους. Αὐτοί ἀνάθρεψαν τήν ἑλληνική λεβεντιά. Αὐτοί ἀνάφλεξαν τό ἐθνικό αἴσθημα. Αὐτοί ἀναπτέρωσαν τό ἐθνικό φρόνημα. Κάπου ἐκεῖ στά θεμέλια τοῦ ἑλληνισμοῦ, κάπου ἐκεῖ στά τρίσβαθα τῆς Ἱστορίας, ἕνα ἀμόνι πλατύ καί πελώριο εἶχαν στήσει. Ξέστηθοι καί ξεμπράτσωτοι, χαλκιάδες τρομεροί, μέ διάπλατα τά σκέλη κολλημένα στή λάσπη τῶν αἱμάτων καί τοῦ ἱδρώτα τῆς γῆς μας, σφυροκοποῦσαν πάνω στό ἀμόνι, τοῦ ἔθνους μέ βόγγο καί μέ μαστοριά τήν ψυχή τῶν Ἑλλήνων. Για νά τήν κάνουν πλεούμενο, γιά νά τήν κάνουν καρυοφίλι, γιά νά τήν κάνουν σπαθί. Πλεούμενο γιά νά ἐξουσιάζουν τή θάλασσα, καρυοφίλι γιά νά σπέρνουν τό θάνατο στόν τύραννο, σπαθί για νά θερίζουν τούς καρπούς τῆς Ἐλευθερίας, πού σέ λίγο θά ξεπηδοῦσε ἀπό τά ἱερά κόκκαλα τῶν Ἑλλήνων. Μιᾶς ἐλευθερίας φυτρωμένης ἀπό τίς ἀντικειμενικές συνθῆκες πού γέννησαν τά χρόνια ἐκεῖνα τά παλιά καί εὐλογημένα. Δουλεμένης ἀπό τίς ὑποκειμενικές δυνάμεις, πού κράτησαν κι ἀναπτύχθησαν σ' αὐτά. Φουντωμένης ἀπό τίς ἰδέες τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἀνθρώπου. Ἀντρειωμένης μέ τό «πάλα καί τό πέννα». Ὁλόφλογης κι ὁλόπυρης. Γερά νά κρατάει καί στό χρέος τό ἐθνικό καί ἀνθρώπινο πάντα νά καλεῖ γιά τοῦ Ἔθνους καί τῶν Ἑλλήνων τό καλό.
Σ' αὐτούς τούς ἄγνωστους, τούς ἀνώνυμους θέλω νά ἀποτίσω φόρο τιμῆς καί νά κάψω τό λιβανωτό μου. Καί στό ἀθάνατο Ἑλληνικό πνεῦμα νά δώσω τά πρωτεῖα γιά τήν ἐπιβίωσή μας. Δεν ἦταν δυνατόν χωρίς αὐτό, ἕνα τόσο ὀλιγάνθρωπο ἔθνος, ὅπως οἱ Ἕλληνες, νά ἐπιζήσει καί νά μήν ἐξαφανισθεῖ ἀπό προσώπου τῆς γῆς.
Ἀπό αὐτούς κι' ἀπό τό ἀθάνατο ἑλληνικό πνεῦμα ἄς ἐμπνευσθεῖ σήμερα ἡ ἑλληνική νεολαία ἡ χρυσή ἐλπίδα τοῦ ἔθνους, τό αὔριο τῆς φυλῆς μας, τό χρυσοπρόσωπο, πολύχυμο, πολύχρωμο ἔαρ τῆς Πατρίδος μας ἡ ὁποία ἀνέρχεται σάν τά στάχυα κι' ἀνοίγει τά βλέφαρά της στό ἀκτινοβόλημα τῆς μεσημβρίας κι' ἄς μεταβληθεῖ σ' ἕνα μεγάλο ἔμψυχο πυρῆνα πού θά ἀρχηγεύσει τό ἔθνος μας, στό δρόμο τοῦ μέλλοντος. Μόνον ἔτσι θά μπορέσει νά ἐπιτελέσει ἡ Πατρίδα μας τό πνευματικό της χρέος στό ἀκέραιο: νά δώσει φῶς.
«Ὀλίγο φῶς καί μακρινό
σέ μέγα σκότος κι' ἔρμο».
Εὐθύμιος Ράλλης
Τσοτυλιώτης
O κ. Ευθύμιος Ράλλης, Τσοτυλιώτης είναι πρώην Επιθ/ητής Δημοτικής Εκπαίδευσης, μονίμως στη Θεσσαλονίκη.