Τα σχετικά διδάγματα για την «υπερτίμηση» των υποθέσεων διαφθοράς στις περιπτώσεις Κοσκωτά, Siemens , ΑΓΕΤ Ηρακλής κι άλλων υποθέσεων υποκλοπών
«Οι πολίτες έχουν πάψει να ασχολούνται με σκάνδαλα και δραματικές παραλείψεις κυβερνήσεων κι ενδιαφέρονται μόνο για τα οικονομική ασφάλεια τους, με ένα κριτήριο σχετικά ωφελιμιστικό;»
Το σημαντικό αυτό ερώτημα διατυπώνεται στo in από πολιτικούς αναλυτές κι όχι μόνο ύστερα από την αύξηση των ποσοστών της ΝΔ (100.000 περισσότεροι ψήφοι) στην εκλογική αναμέτρηση προ μερικών ημερών παρ’ ότι είχαν αναδειχθεί οι υποθέσεις των παράνομων υποκλοπών, Πάτση, αστυνομική διαφθορά κι άλλες ενώ ήταν νωπή κι η τραγωδία των Τεμπών.
Σε υποθέσεις που είχαν απασχολήσει ιδιαίτερα την κοινή γνώμη αλλά σαν να μην είχαν οποιαδήποτε επίπτωση –παρά τις αρχικές εντυπώσεις ή ψευδαισθήσεις- στο ποσοστό της ΝΔ και σαν να μην… υπήρξαν στην κάλπη. Με προφανή κίνδυνο, όπως μπορεί να συμβεί σε κάθε παρόμοια περίπτωση, να οδηγήσει σε έπαρση ή αποθράσυνση ορισμένων που επιδιώκουν τέτοιου είδους ύποπτες μεθοδεύσεις αφού δεν υπάρχει εκλογική αποτύπωση των τυχόν παρανομιών.
Έρευνα για το πώς ψηφίσαμε την 21η Μαΐου
Κι όμως αυτή η «εκλογική αδιαφορία» των πολιτών για υποθέσεις που έχουν χαρακτηρισθεί «σκάνδαλα τεράστιου μεγέθους», δείγματα «μείζονος διαφθοράς» ή «τραγωδίες με τεράστιες ευθύνες του κρατικού μηχανισμού» κι έχουν απασχολήσει μαζικά τα ΜΜΕ δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται.
Αντιθέτως , όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, έχει αναδειχθεί αρκετές φορές στο παρελθόν με τις υποθέσεις Κοσκωτά ΑΓΕΤ Ηρακλής, Siemens, Novartis, Βατοπεδίου, τα σκάνδαλα υποκλοπών Τόμπρα – Γρυλλάκη ή στην φονική πυρκαγιά στην Ηλεία το 2007 κλπ.
Με κύριο συμπέρασμα των αναλυτών ότι «οι πολίτες δεν δίνουν το βάρος που πιστεύουν πολλοί, σε σκανδαλώδεις υποθέσεις και ενδιαφέρονται τελικά για τα ζητήματα καθημερινότητας τους. Καθότι πιστεύουν ότι είναι εκατέρωθεν επαναλαμβανόμενες, ενώ θεωρούν -κατά πολιτική προτίμηση- ότι πολλές από αυτές είναι «σκευωρίες». Όπως κι ότι δεν επηρεάζουν άμεσα τα εισοδήματα τους.
Επιπλέον οι πολίτες δεν φαίνεται να «αρέσκονται» σε τιμωρητικής φύσης δικαστικές διαδικασίες όπως αυτή που εξήγγειλε πρόσφατα ο ΣΥΡΙΖΑ για την υπόθεση των παράνομων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.
Με πολλούς ωστόσο να θυμούνται τα «σκάνδαλα» και την «διαφθορά» των πολιτικών όταν λαμβάνονται γενικότερα οικονομικά μέτρα. Κι αυτό βεβαίως έχει κι ιδιαίτερη αρνητική πλευρά…»
Ενδεικτική περίπτωση είναι τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών του Ιουνίου 1989 όπου πραγματοποιήθηκε εν μέσω του σκανδάλου Κοσκωτά της Τράπεζας Κρήτης με κατηγορίες για χρηματισμούς πολιτικών (ορισμένοι με τα περιώνυμα «τούβλα» χαρτονομισμάτων σε κούτες Πάμπερς) την ψήφιση του επονομαζόμενου «Κουτσονόμου», την φυγή και την σύλληψη του Γιώργου Κοσκωτά, την παρουσία του στο Ειδικό δικαστήριο με σημειώματα κλπ.
Επιπλέον εκείνο το διάστημα είχε προκύψει το πρόβλημα υγείας του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου,η νοσηλεία του στο Χερφιλντ, οι αιχμές για την Δήμητρα Λιάνη αλλά και το αναφερόμενο «σκάνδαλο υποκλοπών» του τότε Προέδρου του ΟΤΕ, Θεοφάνη Τόμπρα. Όμως σε εκείνες τις εκλογές της πολιτικής κοσμογονίας το ΠΑΣΟΚ που είχε προχωρήσει επί σειρά ετών σε ευνοϊκές οικονομικές ρυθμίσεις για τους πολίτες, έλαβε ποσοστό 39,13% που ήταν μόλις κατά 6,5% μικρότερο από εκείνο των εκλογών του 1985.
Για να γίνει αντιληπτή η διαφοροποίηση , η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2012 -εν μέσω οικονομικής κρίσης και πρώτων μνημονίων –οικονομικών μέτρων κλπ έλαβε μόλις 13,18% ενώ τρία χρόνια νωρίτερα με την εξαγγελία «λεφτά υπάρχουν» είχε λάβει 43.9% . Δηλαδή απώλεια 30% τρία χρόνια μετά!
Το 1993 η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη έλαβε ποσοστό κατά 7,59% λιγότερο από αυτό των προηγούμενων εκλογών που θεωρήθηκε περισσότερο ότι σχετίζεται με την αθώωση του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο και την πολιτική του «αποκατάσταση» παρά με τις υποθέσεις της ύποπτης πώλησης της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ Ηρακλής , το σκάνδαλο υποκλοπών με το δίκτυο παρακολουθήσεων του στρατηγού Νίκου Γρυλλάκη κι άλλων.
Μετά την επάνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην κυβέρνηση έπαψε η δίωξη των πολιτικών του αντιπάλων για τις υποθέσεις ΑΓΕΤ , καθ’ ότι ίσως διέβλεψε ότι μετά την εκλογική κρίση οι δικαστικές διαδικασίες είναι «άχρηστες».
Επίσης και στις εκλογές του 2000 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υπό τον Κ. Σημίτη παρ ότι ήταν ακόμη νωπές οι υποθέσεις με την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου ή της σύλληψης Οτσαλάν στην Κένυα κλπ έλαβε ποσοστό αυξημένο κατά 2,3% σε σχέση με την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση.
Ακόμη και όταν τελικώς το ΠΑΣΟΚ (υπό τον Γ. Παπανδρέου) έχασε την εξουσία το 2004 (είχαν αναδεχθεί τα σκάνδαλα εξοπλιστικών προγραμμάτων κι άλλα) η απώλεια της μέχρι τότε κυβερνητικής παράταξης ήταν της τάξης του 3,24% .
Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι στις εκλογές του φθινοπώρου του 2007 μετά τις υποθέσεις των ομολόγων, Ζαχόπουλου (γενικός γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού) αλλά και τις μόλις προηγηθείσες φονικές πυρκαγιές στην Ηλεία η κυβέρνηση της ΝΔ υπό τον κ Κώστα Καραμανλή παρέμεινε στην εξουσία με απώλειες μόνο 3,49%.
Μα ακόμη κι όταν η χώρα οδηγήθηκε στις εκλογές το 2009 η ΝΔ έλαβε ποσοστό 8,38% λιγότερο (μέσα σε μόλις δύο χρόνια) που δεν αποδίδεται στις ύποπτες συναλλαγές της μονής Βατοπεδίου (ΣΣ όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν), στα «μαύρα ταμεία» της Siemens κλπ αλλά λόγω της επερχόμενης κρίσης και της ανάγκης λήψης οδυνηρών μέτρων για τους πολίτες, όπως είχε προειδοποιήσει τότε ο κ. Καραμανλής.
Εξάλλου και τα επόμενα χρόνια 2009-2015 όπου δεν υπήρξε κανένα μεγάλο σκάνδαλο(σ.σ. αντιθέτως υπήρξαν σημαντικές έρευνες για μεγάλες παλαιότερες υποθέσεις διαφθοράς όπως εκείνη του Ακη Τσοχατζόπουλου) αλλά υπήρχε η κορύφωση της κρίσης, τα μνημόνια κλπ υπήρχαν τεράστιες μετακινήσεις ψηφοφόρων της τάξης του 30-60%!