Και να του λένε μετά «Μάρτ’, Μάρτ,’ Μάρτ’» σεγέλασα και πολύ «κασμέρι» έπεφτε.
Σε αντίθεση με τις άλλες πόλεις που γελούν τον Απρίλιο. Οι Κοζανίτες λοιπόν, βάζουν από την παραμονή δίχρωμη κλωστή, άσπρη και κόκκινη στον καρπό του χεριού, επίσης βάζουν στα οικόσιτα ζώα και στα δένδρα για να τα προφυλάξει από το Μάρτη, και τη κλωστή τη λέμε Μάρτη.
Γράφει ο Γιάννης Κορκάς
Ο Θεμελιωτής της Λαογραφίας στην Ελλάδα Νικόλαος Πολίτης, λέει ότι ο Μάρτης είναι Ελληνικό έθιμο και είναι μέρος της Λαογραφίας και συνεχίστηκε και στο Βυζάντιο. Οι Κοζανίτες το έθιμο αυτό που το γιορτάζουν με πολλά αστεία και κασμέρια, το μετέφεραν τον 17ο αιώνα και στην Ευρώπη. Επικράτησε λοιπόν στην
Κοζάνη από τα παλιά χρόνια να «γιλούμι το μήνα Μάρτιο» ο οποίος Μάρτης ,γελούσε με τον άστατο καιρό , πότε Ήλιο, πότε βροχή, πότε κρύο, πότε χιόνι, μια χρονιά την25 Μαρτίου χιόνιζε κατά τη διάρκεια της παρέλασης , όλα αυτά μπορούσαν να συμβούν την ίδια μέρα και να επαναλαμβάνονται στη διάρκεια του μηνός, επιφέροντας αναστάτωση στις εργασίες και στη ζωή. Οι συμπολίτες μας φαίνεται ότι φιλοσόφησαν τον απροσδιόριστο Μάρτη με τις καιρικές άστατες συνθήκες που δημιουργούν προβλήματα στις εργασίες, όπως στους γεωργούς, στους κτηνοτρόφους, στους αμπελουργούς στα οπωροφόρα δένδρα, άνθιζαν οι αμυγδαλές και πάγωνε τα άνθη, στους λαχανόκηπους και άλλα. Μετά από όλα αυτά που δημιουργούσε ο Μάρτης , αποφάσισαν οι Κοζανίτες να αντιδράσουν με το δικό τους τρόπο. Αφού λοιπόν μας «γιλάη» «ου μάρτ’ς» να τουν «γιλούμι» κι εμείς, κοινώς να το κασμιρεύουμε. Ήταν τρόπο τινά ευφυής Κοζανίτικη ιδέα αντιμετωπίσεως του αλλοπρόσαλλου Μάρτ’. Άλλωστε υπάρχει και η ρήση «Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης. «Τα παλιά παλούκια καίει και τα καινούργια ξεριζώνει». Και η παροιμία «από τον Αύγουστο χειμώνα και από το Μάρτη Καλοκαίρι». «Λείπει ου Μάρτης από τη Σαρακοστή». Όλα αυτά τα λέει ο Λαός , από τις παραξενιές του Μάρτη. Υπάρχουν πολλά ευτράπελα ανέκδοτα με το Μάρτ΄,Μάρτ’. Μερικά λέγονται και άλλα δεν λέγονται. Υπάρχουν για το Μάρτη πολλές
προλήψεις και δεισιδαιμονίες στο λαό. Έχοντας λοιπόν όψη τι συμβαίνει το Μάρτη που γελάμε διασκεδάζοντας και ακολουθώντας την παράδοση.
Βρισκόμενος στην Αθήνα Σάββατο παραμονή του Μάρτη, το 1992, ο Σύνδεσμος Κοζανιτών Αθηνών έδινε τον αποκριάτικο χορό του στον οποίο συμμετείχα. Οι φίλοι μου με προσκάλεσαν να πάω την Κυριακή το πρωί στο ξενοδοχείο “Αμαλία” όπου συγκεντρώνονται και «μασλατεύουν». Πηγαίνοντας την Κυριακή το πρωί,σκέφτηκα ότι είναι Πρώτη Μαρτίου, και κατά το έθιμό να τους «γιλάσου». Αναζητώντας στη σκέψη μου τι να τους πω, ήρθε η φαεινή ιδέα μου, ότι το Καμπαναριό της Κοζάνης θα μεταφερθεί στον Χαμηλό Αη-λιά. Και αρχίζει η παράσταση. Εννοείτε ότι δεν τους είπα καλό μήνα για να μην τους προκαλέσω.
Μεταφέρω παρακάτω όλη τη συζήτηση που μετεβλήθη σε στιχομυθία μερικοί ήσαν
και συμμαθητές μου, μάλιστα έγινε σε έντονο ύφος εκφράζοντας την αγανάκτησή
τους , αυτό ακολούθησε και στα γραφεία του συνδέσμου όταν πήγαμε όλοι μαζί, ήταν
κοντά, Βρίσκεται στην οδό Κυδαθηναίων- πλάκα, το διαμέρισμα είναι δωρεά του Κοζανίτη Πέτρου Βαμβακά.
ΤΟ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΜΕΤΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΗΝ 1η ΜΑΡΤΙΟΥ 1992 ΣΤΟΝ ΧΑΜΗΛΟ Αη-ΛΙΑ!
Μεγάλη αγανάκτηση κατέλαβε τους Κοζανίτες των Αθηνών, όταν πληροφορήθηκαν ότι το Καμπαναριό της Κοζάνης θα μεταφερθεί στον χαμηλό Αηλιά κατόπιν εισηγήσεως που έγινε προς το Δημοτικό Συμβούλιο και έτυχε ευνοϊκής αποδοχής από αυτό. Η όλη ιστορία έχει ως εξής. Όπως έχω ξαναγράψει υπάρχει μια ομάδα Κοζανιτών που διαμένον στην Αθήνα, οι οποίοι κάθε Κυριακή εκκλησιάζονται στην ελληνορωσική εκκλησία που βρίσκεται επί της Φιλελλήνων και στη συνέχεια συγκεντρώνονται στο ξενοδοχείο Αμαλία όπου και παίρνουν τον καφέ τους. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους συζητούν πολλά θέματα και ιδιαίτερα για την Κοζάνη και δίνουν έτσι μια ατμόσφαιρα Κοζανίτικη με χαμπάρια και κασμέρια. Στον επισκέπτη της συγκεντρώσεως δημιουργείται η εντύπωση ότι βρίσκεται σε καφενείο της Κοζάνης, αφού η Κοζανίτικη διάλεκτος ομιλείται από τη συντροφιά άνετα και μπορώ να πω μάλιστα αυτό αποτελεί επιδίωξη των συνομιλητών. Να σημειωθεί επίσης ότι εκεί κοντά είναι και η Κυδαθηναίων, όπου στεγάζονται τα γραφεία του Συνδέσμου Κοζανιτών Αθηνών Ο Γ.ΛΑΣΣΑΝΗΣ . Έτσι δίνεται η ευκαιρία σε όλους να ανταμώσουν με τα μέλη της Διοίκησης του Συνδέσμου, τα οποία κάθε Κυριακή συγκεντρώνονται στα γραφεία.
Έχοντας όλα τα παραπάνω υπόψη μου και επειδή βρισκόμουν στην Αθήνα, πήγα την1η Μαρτίου ημέρα Κυριακή και περί ώραν 11.00 π.μ. στο Αμαλία, για να τους συναντήσω. Βρήκα εκεί τους Μ. Μαλούτα, συνταξιούχο της Ολυμπιακής, Γ. Κάστη,συνταξιούχο στρατιωτικό, Δημ. Κιτσόπουλο, συνταξιούχο της ΔΕΗ, Μιχ. Τραχαλιό,καθηγητή των ΤΕΙ του Πειραιά, Ζωή Τσιομπάνου, συνταξιούχο δημοσίου, η οποία μάλιστα είχε και τα γενέθλια της και κερνούσε γλυκά -ευχόμαστε να τα εκατοστήσει -, Δώρα Φανού, συνταξιούχο ΟΤΕ, και Κατίνα Διάφα με τα χαμπέρια της. Από την παρέα που συχνάζουν εκεί,απουσίαζαν οι Κ. Γκατζόφλιας και Ι. Αλεξίου. Τους είπα λοιπόν ότι θα ανακοινώσω κάτι που αφορά το Καμπαναριό της Κοζάνης και ότι δεν έχει ακόμη διαδοθεί στον ευρύ κύκλο. Πρέπει να σας γνωρίσω, τους είπα, ότι έγινε πρόταση στο Δημοτικό Συμβούλιο της Κοζάνης να μεταφερθεί το Καμπαναριό στον χαμηλό Αη-λιά. Ως αιτία της μεταφοράς φέρεται η κάλυψή του από διάφορα κτίσματα, όπως οι πολυκατοικίες που έχουν ανεγερθεί γύρω-γύρω και οι οποίες το καλύπτουν τόσο, ώστε να μη φαίνεται σχεδόν καθόλου. Μάλιστα με την προσθήκη και άλλων ορόφων στην οικοδομή που στεγάζεται η Εμπορική Τράπεζα, θα κρυφτεί πλέον τελείως, ενώ στον χαμηλό Αη-λιά θα φαίνεται από παντού και θα δεσπόζει σε όλο το οροπέδιο της Κοζάνης. Τους είπα επίσης ότι η πρόταση αυτή με βρίσκει σύμφωνο και εμένα. Δεν πρόλαβα να τελειώσω και μου επιτέθηκαν όλοι· μόνον που δεν με έδειραν. Τους είπα, για να τους καθησυχάσω, ότι η συζήτηση έχει την έννοια της δημοσκόπησης και ότι θα μεταφέρω τις απόψεις τους στον Τύπο της Κοζάνης. Αυτό τους ηρέμησε κάπως και ακολούθησε διάλογος που τον μεταφέρω αυτούσιο. Ο διάλογος είχε πάθος και φανατισμό και συνέκλινε στις παρακάτω θέσεις: Να μην πειραχθεί σε καμία περίπτωση το Καμπαναριό και να σταματήσουν να γίνονται τραγικά λάθη στην πόλη· αν γίνει αυτό θα είναι το αποκορύφωμα των σφαλμάτων, θα χάσει την ταυτότητα της η πόλη μας. Όλοι συμφώνησαν ότι την πρόταση αυτή μόνοννοσηρό μυαλό μπορεί να την έκανε. Δεν είναι δυνατόν να σας περιγράψω το τι επικράτησε. Ύψωναν τον τόνο της φωνής τους, έσκουζαν, όλοι μαζί, ενώ τους παρακαλούσα να μιλούν ένας-ένας, προκειμένου να μπορέσω να συγκεντρώσω τις
απόψεις του καθενός και να τις καταγράψω. Τίποτε. Αυτοί τον χαβά τους. Πρέπει να ξέρε, μου λένε, ότι εμείς οι Κοζανίτες που μένουμε μακράν της Κοζάνης,την αγαπάμε περισσότερο την Κοζάνη από σας που κατοικείτε εκεί. Και μέσα στο πανδαιμόνιο συνέχιζαν: Μήπως θέλεις να σου απαριθμήσουμε τα λάθη που έγιναν μέχρι σήμερα; Το Λαογραφικό Μουσείο για παράδειγμα- δεν θα έπρεπε να γίνει έξω από την πόλη σε ανάλογη έκταση που να διαθέτει χώρο πρασίνου, χώρο στάθμευσης κλπ., ώστε να φαίνεται από απόσταση όλη η ομορφιά της δυτικομακεδονικής αρχιτεκτονική Εγώ επέμενα ξανά στην παράκλησή μου να μιλούν ένας-ένας και να περιοριστούν στο θέμα μας. Ιδού, ο διάλογος.
Μανώλης ΜΑΛΟΥΤΑΣ: Είναι απαράδεκτη η μεταφορά του Καμπαναριού. Το Καμπαναριό είναι συνδεδεμένο με την ιστορία της Κοζάνης. Ποια πόλη της Ευρώπης χαλάει το σήμα της, με το οποίο αναγνωρίζεται; Είναι ταυτισμένο με την πόλη και τους κατοίκους της,είναι σαν να ξεριζώνεται η καρδιά της Κοζάνης. Άλλωστε και τα ΕΛΤΑ έχουν εκδώσει κατά το παρελθόν γραμματόσημο με το Καμπαναριό τηςΚοζάνης. Ποιος θα το βλέπει εκεί πάνω;
ΑΠΑΝΤΩ: Θα είναι επιβλητικό εκεί επάνω στον λόφο και θα φαίνεται. Θυμάσαι,Μανώλη, που κάποτε το βλέπαμε από τον Αγ. Αθανάσιο και διακρίναμε την ώρα, ενώ τώρα δε φαίνεται τίποτα; Μάλιστα, οι Σκαρκιώτες πιέζουν να πάει εκεί, γιατί είναι οι πρώτοι χτίστες του και το θέλουν κοντά τους.
Γ. ΚΑΣΤΗΣ: Έτσι που τα λες, Γιάννη, είναι σαν να μεταφερθεί η Ακρόπολη των Αθηνών. Είναι δυνατόν να γίνει αυτό;
ΑΠΑΝΤΩ: Η Ακρόπολη είναι σε ύψωμα και φαίνεται, το Καμπαναριό είναι σε χαμηλό μέρος και ασφυκτιά από τις πολυκατοικίες.
ΤΑΚΗΣ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Έχω τη γνώμη ότι πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση,δηλαδή να γίνει ένα όμοιο και να τοποθετηθεί στον χαμηλό Αϊλιά, χωρίς να μετακινηθεί το παλαιό.
ΑΠΑΝΤΩ: Ποτέ! Η γνησιότητα του δεν σηκώνει ομοιώματα. Πρέπει να μεταφερθεί το πρωτότυπο, ειδάλλως χάνει την αξία του.
ΖΩΗ ΤΣΙΟΜΠΑΝΟΥ: Δεν συμφωνώ καθόλου. Εγώ, όταν πηγαίνω στην Κοζάνη,αυτό βλέπω πρώτα και μετά τα άλλα. Αν μεταφερθεί, η εκκλησία θα μείνει χωρίς Καμπαναριό. Ποιο σήμαντρο θα χτυπάει το βράδυ της Αναστάσεως;
ΑΠΑΝΤΩ: Το Καμπαναριό θα το βλέπεις από τα Πετρανά, όταν έρχεσαι στην Κοζάνη. Υπάρχει σκέψη να χτιστεί άλλο, όμοιο με κείνο που είχε, όταν
πρωτοχτίστηκε η εκκλησία· φυσικά θα είναι χαμηλότερο.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΡΑΧΑΛΙΟΣ: Η μεταφορά θα αλλοιώσει όλη τη μορφή της πόλης.Γίνονται βέβαια διάφορες μεταφορές μνημείων, για να διευκολύνουν τονπεριβάλλοντα χώρο, όπως έγινε με τη βυζαντινή εκκλησία της Κηφισιάς πουμεταφέρθηκε πάνω σε ράγες διευκολύνοντας την κυκλοφορία, γιατί ήταν στη μέση του κεντρικού δρόμου, αλλά δεν άλλαξε τίποτα από το μνημείο, ενώ με το Καμπαναριό είναι τελείως διαφορετικά.
ΑΠΑΝΤΩ: Μιχάλη μου, είναι ήδη λοξό από κατασκευής, δεν είναι και στην αυτή ευθεία με το Δημαρχείο, έχει πάρει και κάποια κλίση, και νομίζω ότι είναι ευκαιρία να διορθωθούν όλα αυτά με τη μεταφορά του.
ΚΑΤΙΝΑ ΔΙΑΦΑ: Μεταφορά; Ούτε να το ακούω! Μου έλεγε η μάνα μου ότι ο Μαμάτσιος έφερε το ρολόι. Το έφερε, γιατί είχε διαπιστώσει σε κάποιο ταξίδι από την Αμερική στην Κοζάνη ότι οι εργαζόμενοι όλων των επαγγελμάτων δούλευαν πάνω από 12 ώρες, καθώς δεν είχαν ρολόι, για να υπολογίζουν το ωράριο, και έτσι τους εκμεταλλεύονταν οι εργοδότες. Αφού τοποθετήθηκε το ρολόι και χτυπούσε
12.00 το μεσημέρι, διέκοπταν τη δουλειά και έτρωγαν (ντιρλίκουναν). Γι’ αυτό «κι ιλιγαν, χτύπ’ σιν του ντάγκ, τα φάμι». Και ενώ το ρολόι τους εξυπηρετούσε,διαμαρτυρήθηκαν, γιατί δεν είχε τοποθετηθεί πάνω από το ρολόι ο τρούλος με τον σταυρό που υπήρχε παλιότερα. Καταλαβαίνεις πώς το ένιωθαν το Καμπαναριό. Και τώρα μας λες ότι θα μεταφερθεί; Να μεταφερθούν από την Κοζάνη αυτοί που έκανα την πρόταση.
ΑΠΑΝΤΩ: Ωραία τα λες, αλλά έχουν αλλάξει οι εποχές. Το ρολόι της πόλης δεν τοχρειάζονται πλέον οι εργαζόμενοι.
ΔΩΡΑ ΦΑΝΟΥ: Τόση ώρα παρακολουθώ τη συζήτηση και μένω κατάπληκτη. Πώςμπορεί να γίνει τέτοια σκέψη για μεταφορά του Καμπαναριού, όταν σήμερα φροντίζουν όλοι να διατηρηθούν οι παραδόσεις τα ήθη και τα έθιμα μας και ό,τι απόμεινε από την παλιά ωραία εποχή. Θέλουμε τώρα να τα καταστρέψουμε; Μου είναι αδιανόητο.
ΑΠΑΝΤΩ: Με βρίσκεις σύμφωνο Δώρα για τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα τουτόπου που πρέπει να διαφυλάξουμε, πολλές φορές γράφω γι’ αυτά και αυτό κάνω και σήμερα (Με το σήμερα εννοούσα φυσικά ότι πράγματι τηρώ τα έθιμα, γιατί στηνΚοζάνη «γιλούμι» του Μάρτ’.
Στη συντροφιά παραβρισκόταν και κάποιος μη Κοζανίτης γνωστός του Μαλούτα,
δικηγόρος στο επάγγελμα. Ρώτησε λοιπόν σε κάποια στιγμή ο Μανώλης αυτόν τον κύριο: Εσύ τι γνώμη έχεις από αυτά που άκουσες, πώς βλέπεις το θέμα. Και απαντάει εκείνος, αφού πήρε ύφος περισπούδαστο, ότι πρέπει να έχεις όλα τα στοιχεία να δεις και τους χώρους που αναφέρονται, για να δώσεις μια συνολική και τεκμηριωμένη απάντηση. Λες και θα έκανε προτάσεις σε πολιτικό δικαστήριο ο νομικός.
Εδώ τελείωσε ο πρώτος γύρος της συζήτησης! Αλλά ο ανήσυχος Μαλούτας επέμεινενα επιχειρηματολογεί, και έτσι μπαίνουμε σε δεύτερο γύρο.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΛΟΥΤΑΣ: Ας υποθέσουμε ότι μεταφέρεται το Καμπαναριό. Το ρολόι έχει 4 πλευρές. Η πίσω πλευρά του ποιον θα εξυπηρετεί, τον Αρίνταγα; Ας το δούμε και αυτό,
ΑΠΑΝΤΩ: Τους βοσκούς θα εξυπηρετεί, οι οποίοι δουλεύουν περισσότερες ώρες χωρίς ρολόι, ενώ έτσι θα τηρούν το οχτάωρο και δεν θα τους εκμεταλλεύονται οι τσελιγκάδες-εργοδότες. Εγώ είμαι υπέρ των εργαζομένων.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΛΟΥΤΑΣ: Δεύτερη υπόθεση. Το ρολόι θα βαράει μέρα και νύχτα και θα ενοχλεί τους ενοίκους του ξενοδοχείου Ξενία και σε λίγο καιρό δεν θα πατάεικανένας εκτός από τους κ’φούς, και θα κλείσει. το ξενοδοχείο.
ΑΠΑΝΤΩ: Αυτό εμάς δεν μας αφορά.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΛΟΥΤΑΣ: Και πώς θα μεταφερθεί το Καμπαναριό, με τις χαμάλες και τα κάρα;
ΑΠΑΝΤΩ: Με ένα σύστημα μεταφοράς που χρησιμοποιούν στην Ελβετία.
Τους αφήνω και συζητούν μεταξύ τους και πηγαίνω στα γραφεία όπου συνάντησα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Γ. Λασσάνης.
Εκεί τους ανακοινώνω το θέμα του Καμπαναριού και δέχομαι τις ίδιες αντιδράσεις,
λες και ήσαν συνεννοημένοι. Με ένα στόμα όλοι μου λένε: Καλά, σιούρτσαν στηνΚόζιαν ,Όχι ακόμη , τους απαντώ.
Μεταφέρω τις απόψεις ενός εκάστου των μελών.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ (Πρόεδρος): Αυτό θα είναι καθαρά ανοσιούργημα, εάν πραγματοποιηθεί.
ΑΠΑΝΤΩ: Εκτιμώ τη θέση σας και έχετε όλο το δικαίωμα να εκδηλώσετε με όποιον τρόπο νομίζετε την αντίθεση σας.
ΤΑΣΑ ΒΕΛΛΙΟΥ-ΑΡΓΥΡΙΟΥ: Εγώ, Γιάννη, είμαι κάθετη και ασυμβίβαστη σε τέτοια θέματα. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να δεχτώ αυτή τη μεταφορά.
ΑΠΑΝΤΩ: Τάσα Χαίρομαι, όταν συναντάω τέτοιους παθιασμένους Κοζανίτες. Είστε, όπως κάποτε έγραφα για σας, ο ομφαλός της Κοζάνης, εσείς οι Κοζανίτες των Αθηνών.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΒΛΑΧΟΥ: Τώρα που θα ανεβούμε επάνω την Παρασκευή για τιςΑποκριές, θα τους τα πούμε καλά να ανοίξουν «τα γκαβά τους κι να φκιάν σουστές δλιές,· ακούς ικεί να θέλουν να μιταφέρουν του Καμπαναριό;» Πού ακούσκιν αυτό;
ΑΠΑΝΤΩ: Κυρία Ελευθερία, εάν οι Κοζανίτες σκέπτονταν σωστά, πολλά στραβά θα είχαν αποφευχθεί. Υποκλίνομαι στην Κοζανίτικη φλόγα που καίει μέσα σου.
ΑΝΝΑ ΧΑΣΑΠΗ: Φοβερό και να το σκέπτομαι. Δεν θα μείνουμε αδρανείς.
ΑΠΑΝΤΏ: Σε σας ανήκει η επιλογή του τρόπου δράσεως.
Α. ΚΑΡΑΒΑ: Νομίζω ότι πέραν των άλλων που είπαν οι συνάδελφοι, δεν θα επιτρέψει και η Αρχαιολογική Υπηρεσία να γίνει η μεταφορά. Δεν είναι τόσο ευκολότο θέμα. Εμείς πάντως δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια.
ΑΠΑΝΤΩ: Μην επικαλείσαι την Αρχαιολογική Υπηρεσία, γιατί στην Ελλάδα όλα είναι δυνατά. Ο νοών νοείτω. Ακούγοντας όσα εξιστόρησα παραπάνω, αισθανόμουν
μέσα μου απέραντη ικανοποίηση για τους συμπατριώτες μου. Με τη θέση που έπαιρναν, έδειχναν για μια ακόμη φορά πόσο αγαπούσαν τη γενέτειρα τους, τι αισθάνονται γι’ αυτήν και πώς αντιμετωπίζουν κάθε πρόβλημα που αφορά είτε την πρόοδο της Κοζάνης είτε τη διαφύλαξη των παραδόσεων. Έτσι, με την αταλάντευτη θέση τους ξεδιπλώνονταν όλο το μεγαλείο του Κοζανίτη που διακρίνεται σε κάθε εποχή στην ιστορία της πόλης μας. Χωρίς να τους αποκαλύψω του χνέρ που τους
έφκιασα, επέστρεψα στην Κοζάνη και δημοσίευσα τα παραπάνω στην τοπική εφημερίδα την αμέσως επόμενη Δευτέρα προσθέτοντας στο τέλος: Αγαπητοί συμπατριώτες και φίλοι , με όλη την αγάπη που σας έχω, σας κράζω Μάρτ’,Μάρτ’, Μάρτ’. Αθηναίοι Κοζανίτες, “αστόησιτι ότι σ’ν Κόζιαν γιλούμι τουν Μάρτ;.
Άλλ΄ φουρά να «προυσέχτι να θυμάστι το έθιμο» και να μη μας λέτι ότι είστι παρα-πάν Κουζιανιώτ απ’ τι μάς.
Μάρτιος 1992 στην Αθήνα. Γιάννης Κορκάς