Ο κάθε παιδαγωγός οφείλει, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ως δασκάλου σε ανήλικους μαθητές, να εφαρμόζει μια βασική αρχή της παιδαγωγικής επιστήμης, την αρχή της εξατομίκευσης της παιδαγωγικής εργασίας.
του Παναγιώτη Ζ. Παπαδόπουλου πρώην γυμνασιάρχη
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να λαβαίνει σοβαρά υπόψη του την ψυχοσύνθεση, το χαρακτήρα, τις γνώσεις και άλλες ιδιαιτερότητες του κάθε μαθητή, προκειμένου το έργο του να είναι καρποφόρο και αποτελεσματικό.
Ο παιδαγωγός δεν πρέπει να διδάσκει τους μαθητές του αφ’ υψηλού, από καθέδρας, όπως συνήθως συμβαίνει με τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, αλλά οφείλει να μεθοδεύει και να προσφέρει τις γνώσεις του με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνεται αντιληπτός και κατανοητός ακόμα και από τον τελευταίο, ως προς το πνευματικό του επίπεδο, μαθητή της σχολικής τάξης. Αυτό είναι απαραίτητο να γίνεται, δεδομένου ότι δεν διαθέτουν όλοι οι μαθητές τις ίδιες αντιληπτικές ικανότητες, ούτε τον ίδιο βαθμό ευφυΐας, αλλά και ούτε το αυτό επίπεδο γνώσεων. Η επίδοση των μαθητών στα μαθήματά τους, πέρα από την προσωπική τους προσπάθεια και πρωτοβουλία, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τη βοήθεια που έχουν στο σπίτι από την οικογένειά τους.
Μαθητές που προέρχονται από μορφωμένους γονείς, έχουν, κατά κανόνα, καλύτερη επίδοση από τα παιδιά εκείνα, που οι γονείς τους δεν κατέχουν ανάλογες γνώσεις και μια γενικότερη πνευματική καλλιέργεια. Για τα παιδιά, που έχουν μειωμένη μαθησιακή επίδοση, καλούνται οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να τα βοηθούν και να τα συνδράμουν παντοιοτρόπως και κατά περίπτωση, ώστε να μπορούν να ξεπερνούν τις δυσκολίες και τα εμπόδια, που συναντούν στη μάθησή τους.
Εκεί πάντως, όπου χρειάζεται, περισσότερο από κάθε άλλο, η εφαρμογή της εξατομίκευσης του παιδαγωγικού έργου είναι η οφειλόμενη βοήθεια και συμπαράσταση προς τους μαθητές εκείνους, που αντιμετωπίζουν διάφορα σοβαρά προβλήματα (π.χ. οικογενειακά, ψυχολογικά, αναπηρίας κ.λ.π.). Οι εκπαιδευτικοί, από την καθημερινή σχολική πραγματικότητα, εύκολα διαπιστώνουν και εντοπίζουν τα παιδιά, που έχουν κάποιο ή κάποια συναφή προβλήματα. Από τα παιδιά αυτά λείπει το κέφι, η καλή διάθεση, το γέλιο, η όρεξη για διάβασμα, για παιχνίδι κ.λ.π. Μοιάζουν, θα έλεγε κανείς, με μαραμένα λουλούδια, που έχασαν το σφρίγος, τη ζωντάνια, το άρωμα, το χρώμα και άλλα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οφείλει ο κάθε εκπαιδευτικός, σαν καλός παιδαγωγός, να βρίσκεται πάντα κοντά σ΄ αυτά τα παιδιά, να τα ενθαρρύνει, να αφουγκράζεται τα προβλήματα και τις δυσκολίες τους και να παρέχει κάθε είδους βοήθεια και στήριξη (ηθική, ψυχολογική κ.λ.π.). Έτσι θα μπορούν να αντιμετωπίζουν τη ζωή με θάρρος, αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.
Ο κάθε εκπαιδευτικός θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το έργο που ασκεί είναι πολύ σοβαρό και υπεύθυνο, μιας που δεν έχει να κάνει με άψυχα αντικείμενα, αλλά με τα παιδιά, που είναι ζωντανές υπάρξεις και απαιτούν μόρφωση και παιδεία από εκπαιδευτικούς λειτουργούς, που πέρα από τα τυπικά προσόντα, πρέπει προπάντων να έχουν ήθος, ευσυνειδησία και υπευθυνότητα.
Οι εκπαιδευτικοί, για να αποδώσουν στο έργο τους, πρώτα απ’ όλα πρέπει να τρέφουν στοργή και αγάπη για τα παιδιά, η οποία θα αποτελεί τον οδηγό και το κίνητρο των πράξεων και των ενεργειών τους για την καλύτερη μόρφωσή τους. Οι μαθητές γνωρίζουν πολύ καλά, τόσο την επιστημοσύνη, την παιδαγωγική και διδακτική κατάρτιση και διοικητική ικανότητα των δασκάλων τους, όσο και τον εσωτερικό ψυχικό κόσμο και τα αισθήματά τους, πράγμα που καθορίζει και την ανάλογη στάση και συμπεριφορά απέναντί τους. Γνωρίζουν επίσης πολύ καλά ότι οι καλοί παιδαγωγοί στύβουν ακόμα και την ψυχή τους για να τους διαπλάσουν και να τους διαμορφώσουν σε σωστούς και ολοκληρωμένους ανθρώπους.
Είναι μεγάλο λάθος να πιστεύει κανείς ότι το έργο των εκπαιδευτικών εξαντλείται και ολοκληρώνεται με το να μεταδίδει στους μαθητές του μόνο ξερές επιστημονικές ή άλλου είδους γνώσεις και δεξιότητες μέσα στην σχολική τάξη και τίποτε περισσότερο. Μια τέτοια αντίληψη φανερώνει, αν μη τι άλλο, δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, που είναι εντελώς ξένη προς την ουσία και το πνεύμα της παιδείας. Η εκπαιδευτική προσφορά είναι πολύμορφη και πολυδιάστατη και δεν έχει ούτε τοπικά, ούτε χρονικά όρια αλλά μπορεί να γίνεται οπουδήποτε, οποτεδήποτε και σε κάθε περίπτωση.























