Μια εναλλακτική Ελλάδα, μακριά από τις συνήθεις καρτ ποστάλ του καλοκαιριού, όπως την περιγράφει ένας Άγγλος επισκέπτης τους, ο οποίος πήρε την απόφαση πριν από 25 ολόκληρα χρόνια να γίνει μόνιμος κάτοικος.
Βρίσκομαι σε έναν ανηφορικό δρόμο στη βόρεια Ελλάδα, καθώς τα χελιδόνια σκίζουν τον αέρα πάνω από τις χρυσαφένιες καλαμιές δεξιά κι αριστερά μου, και οι πελεκάνοι σχηματίζουν σπείρες στον καλοκαιρινό ουρανό.
Καθώς ανεβαίνω, το τοπίο πυκνώνει με δρυοδάση και μια χελώνα Hermann στρίβει αργά, τελετουργικά, προς ένα μονοπάτι προβάτων στην άκρη της ασφάλτου.
Κι έπειτα, καθώς όρο έδαφος γίνεται για λίγο ίσιο προτού αρχίσει να κατηφορίζει με στροφές, μια λίμνη εμφανίζεται στο τέλος του -ένα λαμπερό γαλάζιο μάτι, φωλιασμένο σε μια κόγχη από απότομα βουνά.
«Οι επιστήμονες εκτιμούν την ηλικία των δύο λιμνών μεταξύ τριών και πέντε εκατομμυρίων ετών».
Δεν μπορώ να θυμηθώ πόσες φορές έχω διασχίσει αυτό το πέρασμα καθ’ οδόν προς το σπίτι, επιστρέφοντας από την πόλη, όμως κάθε φορά που αντικρίζω την αστραφτερή Μικρή Πρέσπα -συχνά έντονα μπλε τα απογεύματα, ασημένια στο ηλιοβασίλεμα-, η σκέψη μου γυρίζει στο καλοκαίρι του 2000, όταν την είδα για πρώτη φορά»
Τέτοια εποχή, έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τον ξένο Τύπο να υμνεί τα νησιά και τις παραλίες μας. Τις γεύσεις, τη διασκέδαση, το αιώνιο ελληνικό καλοκαίρι. Αυτή τη φορά, όμως, ο Guardian έκανε την έκπληξη, επιλέγοντας έναν διαφορετικό προορισμό: τις Πρέσπες, μέσα από τα μάτια όμως ενός συγγραφέα.
Η απόφαση που πάρθηκε σε ένα λονδρέζικο διαμέρισμα.
Ο συγγραφέας Τζούλιαν Χόφμαν μένει τα τελευταία 25 χρόνια στον Άγιο Γερμανό, ανάμεσα δηλαδή στις δύο λίμνες των Πρεσπών. Η απόφαση να ζήσει εκεί γεννήθηκε σε ένα λονδρέζικο διαμέρισμα, αφού είχε ήδη κάνει την πρώτη του επίσκεψη, η οποία έχει μείνει ανεξίτηλη στο μυαλό του και με αφορμή ένα βιβλίο: Prespa: A Story for Man and Nature του Γιώργου Κατσαδωράκη.
«Στην ελληνική πλευρά έχουν καταγραφεί 172 είδη πεταλούδας».
Μια βραδιά ανάγνωσης και -όπως παραδέχεται-, δύο μπουκάλια κρασί αργότερα, αποφάσισαν με τη σύντροφό του να αφήσουν την βρετανική πρωτεύουσα και να εγκατασταθούν μόνιμα στον ελληνικό παράδεισο.
Το σαγηνευτικό τοπίο των Πρεσπών
Οι λίμνες Πρεσπών, όπως θα συνεχίσει να περιγράφει ο Guardian, σχηματίζουν ένα φυσικό σύνορο ανάμεσα στην Ελλάδα, την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Πρόκειται για έναν υδάτινο κόμβος τριών κρατών, με ιστορία που φτάνει εκατομμύρια χρόνια πίσω.
Οι επιστήμονες εκτιμούν την ηλικία των δύο λιμνών μεταξύ τριών και πέντε εκατομμυρίων ετών. Η γεωγραφία της περιοχής θυμίζει λεκάνη, όπου τα βουνά περιβάλλουν σχεδόν ολοκληρωτικά τα δύο σώματα νερού.
Από ένα ύψωμα, ο συγγραφέας περιγράφει ότι μπορεί να δει τις δύο λίμνες ταυτόχρονα. Από τη μία τη Μικρή Πρέσπα, γαλήνια και χρωματιστή, και από την άλλη τη Μεγάλη, η οποία απλώνεται πιο πέρα, μακριά από την αμμώδη λωρίδα γης που τις χωρίζει.
Εκεί, στο σημείο όπου συναντιούνται τα σύνορα των τριών χωρών, κατοικούν πλάσματα εξίσου σπάνια με το ίδιο το τοπίο.
«Στις κάθετες όχθες της Μεγάλης Πρέσπας, μέσα σε μικρές σπηλιές, κρύβονται ερμητήρια και κελιά μοναχών».
Στην ελληνική πλευρά έχουν καταγραφεί 172 είδη πεταλούδας -περισσότερα από τα είδη που απαντώνται σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο όπως επισημαίνεται στο άρθρο.
Στην ελληνική πλευρά έχουν καταγραφεί 172 είδη πεταλούδας -περισσότερα από τα είδη που απαντώνται σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο όπως επισημαίνεται στο άρθρο.
Πελεκάνοι με άνοιγμα φτερών που ξεπερνά τα τρία μέτρα πετούν πάνω από τη λίμνη, τσαλαπετεινοί περιφέρονται μέσα σε δάση από δρύες, λιβελούλες ηλεκτρικού μπλε χρώματος αιωρούνται στον αέρα, καθώς αετοί περιφέρονται υπερήφανοι ψηλά στον ουρανό.
Οι εποχές αλλάζουν, όμως το τοπίο διατηρεί την κίνησή του. Όπως γράφει ο Χόφμαν: «Νομίζεις πως βλέπεις μια σκηνή από την εποχή των δεινοσαύρων».
Οι άνθρωποι κομμάτι του μοναδικού οικοσυστήματος
Η ζωή στις Πρέσπες έχει τον δικό της ρυθμό. Το άρθρο μιλά με σεβασμό για τη συνύπαρξη του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, από τη γεωργία μέχρι τη φιλοξενία, και από το φαγητό μέχρι τους γαλήνιους περιπάτους, οι άνθρωποι της περιοχής συμμετέχουν σε έναν τρόπο ζωής που τον εμπνέονται από το φυσικό τοπίο γύρω τους.
Η βασιλική του Αγίου Αχιλλείου, ηλικίας χιλίων ετών, στέκει πάνω σε νησίδα μέσα στη λίμνη. Μπορεί κανείς να φτάσει εκεί περπατώντας, χάρη στη ξύλινη πεζογέφυρα που ενώνει το νησί με την ξηρά. Στις κάθετες όχθες της Μεγάλης Πρέσπας, μέσα σε μικρές σπηλιές, κρύβονται ερμητήρια και κελιά μοναχών. Η πρόσβαση γίνεται με βάρκα, από το χωριό Ψαράδες.
Ένας τόπος «διακρατικός»
Η λεκάνη των Πρεσπών αποτελεί παράδειγμα αλληλεπίδρασης φυσικού και ανθρώπινου κόσμου, αλλά και διακρατικής συνύπαρξης. Η περιοχή ανήκει ταυτόχρονα σε τρία κράτη, όμως η εμπειρία του τοπίου ξεπερνά τα σύνορα.
Στο άρθρο αναφέρεται πως σχεδιάζεται η επαναλειτουργία του περάσματος ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία, εντός της περιοχής. Παράλληλα, προγραμματίζεται η δημιουργία πεζοπορικής διαδρομής ανάμεσα στον Άγιο Γερμανό και το χωριό Μπράιτσινο της γειτονικής χώρας.
«Ποτέ δεν σκέφτηκα τις Πρέσπες αλλιώς παρά ως έναν κοινό τόπο, όπου ανθρώπινες κουλτούρες και άγρια είδη συνυπάρχουν».
Ο στόχος αυτών των πρωτοβουλιών είναι από τη μία η ενίσχυση της τουριστικής κίνησης, και από την άλλη η ανάδειξη της κοινής φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, λέει ο Guardian.
Η διαδρομή σχεδιάζεται έτσι ώστε να αναδείξει τη σημασία του ήπιου τουρισμού και να στηρίξει τις τοπικές οικονομίες, σε μια περίοδο όπου η κλιματική πίεση δοκιμάζει τη γεωργική παραγωγή και τη βιωσιμότητα της περιοχής.
Κάθε επίσκεψη στις Πρέσπες είναι σαν την πρώτη
Κλείνοντας την αφήγησή του, ο Julian Hoffman γράφει: «Έχει σχεδόν φτάσει η ώρα να πάρω τον δρόμο της επιστροφής, μα πρώτα κάθομαι στη σκιά μιας βελανιδιάς, καθώς τα φύλλα της θροΐζουν στο ζεστό αεράκι. Μια λιβελούλα, μεταλλική μπλε, σχίζει τον αέρα κι από μακριά ακούγονται κουδούνια προβάτων κάπου στους λόφους.
Ο ήχος αλλάζει και κυλά, όπως στα καλοκαιρινά πανηγύρια, όταν η άγρια, υψίφωνη μουσική των κλαρίνων και τα βαλκανικά χάλκινα πλημμυρίζουν τις νύχτες των βουνών, την ώρα που οι άνθρωποι μαζεύονται με φαγητό και ποτό για να χορέψουν κυκλικά στις πλατείες των χωριών.
Ποτέ δεν σκέφτηκα τις Πρέσπες αλλιώς παρά ως έναν κοινό τόπο, όπου ανθρώπινες κουλτούρες και άγρια είδη συνυπάρχουν. Έναν τόπο που χρειάζεται χρόνο και φροντίδα για να τον νιώσεις.
Κι αν και έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε που έγιναν σπίτι μου, κάθε φορά που βλέπω εκείνο το γαλάζιο νερό να λαμπυρίζει κάτω από το πέρασμα, νιώθω σαν να είναι η πρώτη φορά».























