Μια πόλη γεμάτη Ελλάδα με έντονο και ενθουσιώδη Πατριωτισμό, αλλά και με θρήσκο πληθυσμό.
Του Κων/νου Τζέκη
Έδωσε στον παγκόσμιο πολιτισμό τον Φον Κάραγιαν, τον Κασομούλη που έγραψε την Έξοδο του Μεσολογγίου, τον φιλικό Λασσάνη, τον Νικόλαο Δούμπα από τη Βλάστη της Κοζάνης, έμπορο της Βιέννης που εξαιτίας του υπάρχει στον παγκόσμιο πολιτισμό η κλασική μουσική και ένα σωρό λόγιους, επιστήμονες και πολιτικούς αξιόλογους.
Είναι η πόλη που με φιρμάνι της μητέρας του Σουλτάνου, που δωροδόκησε γι’ αυτό ο Ιωάννης Τράντας, τσέλιγκας από το Χρώμιο της Κοζάνης, απαγορεύονταν να διέρχεται και να κατασκηνώνει Οθωμανικός Στρατός μέσα από την Πόλη και μάλιστα έφιππος, και επιτρέπονταν να κτίσουν Καμπαναριό ψηλότερο από τους μιναρέδες!!!
Ο Παύλος Μελάς που φιλοξενήθηκε στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα στην Κοζάνη, γράφει στη Ναταλία Μελά για μια πόλη με ωραίους, υπερήφανους και ευσταλείς κατοίκους με έντονη τη φιλοπατρία.
Την εποχή αυτή (1911) η Κοζάνη ευτύχησε να έχει Γυμνασιάρχη τον Παναγιώτη Λιούφη, που έγραψε την «Ιστορία της Κοζάνης» , όπου καταγράφει ιστορικά ντοκουμέντα της περιοχής, αλλά και την Απελευθέρωση της Πόλης.
Επίσης κατά ευτυχή συγκυρία στον Οθωμανικό Στρατό Διοικητής ήταν ο Ταχσίν Πασάς, Αλβανικής καταγωγής Ανώτερος Αξιωματικός του Οθωμανικού στρατού, που σπούδασε στη Ζωσιμιαία σχολή των Ιωαννίνων και γνώριζε άπταιστα την Ελληνική. Ήταν αυτός που παρέδωσε την Θεσσαλονίκη στους Έλληνες, γεγονός για το οποίο καταδικάσθηκε σε θάνατο από τους Οθωμανούς και έτυχε έκτοτε την προστασία της Ελληνικής Κυβέρνησης ζώντας στο Εξωτερικό.
Το πρωί της 11ης Οκτωβρίου στην Κοζάνη, σε πολεμικό συμβούλιο του Τουρκικού επιτελείου, ο Ομέρ μπέης, μισέλληνας επιτελικός Αξιωματικός, υποστήριξε, έχοντας και ακόμα δύο οπαδούς, τον βομβαρδισμό της πόλης. Ευτυχώς η σύνεση του Ταχσίν Πασά και η σύμπλευση του Αλβανικής καταγωγής Μουνίρ Μπέη, ματαίωσε το σχέδιο της καταστροφής.
Ο Ελληνικός Στρατός είχε στρατοπεδεύσει έξω από την πόλη και ήταν ζήτημα ωρών η είσοδός του στην πόλη. Το μεσημέρι της 11ης Οκτωβρίου, οι Κοζανίτες απελευθέρωσαν τους κρατούμενους των φυλακών, αφαίρεσαν όπλα και διάφορα είδη, τα καταστήματα είχαν παραμείνει κλειστά, λόγω της παράξενης κατάστασης και όλοι περίμεναν το χαρμόσυνο σάλπισμα. Συγκινημένοι σε μια γιορταστική προετοιμασία, κατασκεύαζαν ελληνικές σημαίες και προετοιμάζονταν να υποδεχθούν τους ελευθερωτές.
Λίγο μετά το μεσημέρι η πόλη πάγωσε, καθώς αφίχθηκαν στην πόλη δύο τάγματα του εχθρού, αλλά η ανησυχία διαλύθηκε καθώς η εμφάνιση των Οθωμανών στρατιωτών μάλλον λύπη προξενούσε, παρά φόβο, αφού έφευγαν προς βορρά ασύντακτα με πανικό.
Στις 16,40 (πέντε παρά είκοσι) της 11ης Οκτωβρίου, Έλληνας ιππέας , ονομαζόμενος ΚΑΡΡΑΣ με γρήγορο καλπασμό, σαν ανιχνευτής μπαίνει στην πόλη και αμέσως ξεσπούν πανηγυρισμοί, χτυπούν οι καμπάνες χαρμόσυνα, ακούγονται πυροβολισμοί και όλοι ξεχύνονται προς τον δρόμο των Σερβίων να υποδεχθούν τον Ελληνικό στρατό. Ήδη εμφανίσθηκε το πρώτο τμήμα ιππέων υπό τον Ανθυπίλαρχο ΣΤΑΪΚΟ και κατόπιν η ημιταξιαρχία ιππικού του ΣΟΥΤΣΟΥ, με επικεφαλής τους ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ ΠΙΕΡΡΑΚΟ, ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑ, ΠΗΧΕΩΝΑ, ΠΑΠΑ κλπ, μπαίνει στην πόλη με ελαφρύ καλπασμό.
Έτσι περιγράφει ο Γυμνασιάρχης ΛΙΟΥΦΗΣ Παναγιώτης την απελευθέρωση της πόλης.
Όμως αφού κανείς δεν αγιάζει στον τόπο του η Κοζάνη δεν είχε ένα μικρό δρομάκι να αφιερώσει στους Έλληνες Αξιωματικούς και στον ιππέα και μάλλον η πλειονότητα των πολιτών αγνοεί τα ονόματα των Απελευθερωτών της πόλης.
Εμείς ευγνώμονες και γονυπετείς ικετεύουμε για την μεταξύ των μαρτύρων κατάταξη των σωτήρων και απελευθερωτών μας.























