Όταν ο λαός διαβάζει εφημερίδες και ακούει και βλέπει τηλεόραση, διαμορφώνει την άποψη, η οποία άλλωστε ενισχύεται από την καθημερινότητά του, ότι η διαφθορά είναι το προσφιλές σπορ ορισμένων υπηρεσιών της χώρας, όπως Πολεοδομίες, Δήμοι, Υπηρεσίες χρηματοοικονομικών συναλλαγών , Νοσοκομεία και γενικά Υπηρεσίες Υγείας.
Του Κων/νου Τζέκη
Η κακή άποψη που σχηματίζει η κοινή γνώμη, αφορά μάλλον τους κατώτερους υπαλλήλους των Υπηρεσιών αυτών, ενώ σχεδόν ποτέ δεν θίγονται οι επικεφαλής των Υπηρεσιών αυτών, οι πολιτικοί προϊστάμενοι και γενικά Κυβερνητικοί παράγοντες. Έτσι τα παίρνει η Πολεοδομία, αλλά ποτέ ο Διευθυντής της, τα παίρνει η Κοινωνική Υπηρεσία του Αντιπεριφερειάρχη του τάδε Νομού, αλλά ποτέ ο ίδιος.
Όλοι όμως μιλώντας για διαφθορά χωρίς να το πολύ-καταλαβαίνουν στοχεύουν στους κύρια υπαίτιους της διαφθοράς. Σύμφωνα με τα παραδεδεγμένα, διαφθορά είναι η κατάχρηση της εξουσίας από τους κυβερνητικούς ανώτερους υπαλλήλους κυβερνητικών δυνάμεων.
Συνήθως η κατάχρηση έγκειται στην παράνομη, συνήθως μυστική, απόκτηση ιδιωτικής περιουσίας ή αποκόμιση κάποιου άλλου ιδιωτικού οφέλους.
Η διαφθορά διαφέρει ανάλογα με τη χώρα ή την εξουσία. Ορισμένες πολιτικές πρακτικές χρηματοδότησης που είναι νόμιμες σε μια χώρα μπορούν να είναι παράνομες σε άλλη. Σε μερικές χώρες, οι κυβερνητικοί ανώτεροι υπάλληλοι έχουν τόσο ευρείες δυνάμεις, που τα όρια μεταξύ του νόμιμου και του παράνομου είναι αρκετά δύσκολο να ορισθούν.
Κοντολογίς όταν χρηματίζεται ένας υπάλληλος ενός Δήμου, δεν υπάρχει διαφθορά, απλά υπάρχει δωροδοκία Υπαλλήλου. Διαφθορά υπάρχει όταν χρηματίζεται ο επικεφαλής της Υπηρεσίας ή οι Προϊστάμενοί τους ή ομάδα επίορκων υπαλλήλων που συνιστούν εγκληματική ομάδα με ιεραρχία, πρόγραμμα δράσης, προσπάθεια απόκρυψης και νομιμοποίησης των κλεμμένων.
Γι’ αυτό και η Πολιτεία πρέπει να ψηφίσει ιδιώνυμο την διαφθορά, η οποία όχι μόνο να τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος, αλλά και να αποτελεί ιδιαίτερα ατιμωτική πράξη με αφαίρεση όλων των τίτλων του διεφθαρμένου, στέρηση κάθε περιουσιακού στοιχείου, ακόμα και της σύνταξής του, στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και φυσικά του εκλέγεσθαι αλλά και προσπάθεια ανάκτησης των κλεμμένων.
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι η τιμή αν φύγει, δεν επιστρέφει ποτέ. Κάποτε η φωτιά, η τιμή και το νερό ήταν φίλες και κάποια στιγμή αποφάσισαν να χωρίσουν. Το νερό είπε αν με χρειασθείτε θα με βρείτε στη θάλασσα στα ποτάμια στα σύννεφα. Η φωτιά είπε θα με βρείτε παντού, ακόμα και στις τσέπες του καπνιστή. Εσύ τιμή που θα βρίσκεσαι αν σε χρειασθούμε; Εγώ φίλες μου αν φύγω δεν θα με βρείτε ποτέ, είπε η τιμή.
Από την άλλη δεν υπάρχει λίγο τίμιος, ούτε άτιμος που ζήτησε συγνώμη. Απλά υπάρχει διεφθαρμένος με μειωμένη ηθική υπάλληλος.
Στις ετήσιες κρίσεις πολλών υπηρεσιών, στα ερωτηματολόγια που καλείται ο Προϊστάμενος του υπαλλήλου να απαντήσει υπάρχει η ερώτηση, τιμιότητα, ηθικότητα, εργατικότητα κλπ. [Πολλοί κριτές βαθμολογούν τον υπάλληλο από το 0 έως το 10 με 7,8, 6, 5 κλπ. Δηλαδή ο Προϊστάμενος του υπαλλήλου παραδέχεται ότι η υφιστάμενός του είναι ολίγον τίμιος ή αρκετά τίμιος ή ολίγον ηθικός ή πολύ ή ελάχιστα εργατικός.
Αγνοούν οι κριτές ότι ορισμένα προσόντα είναι απόλυτα και θα πρέπει να βαθμολογούνται ή με το 0 ή με το 10, αν θέλουν να είναι δίκαιοι. Το ολίγον στις ταβέρνες και στα μπαρ, όχι στα προσόντα του υπαλλήλου.
Όμως είναι γλυκιά η αμαρτία και πάντα θα υπάρχει κάτι που θα έχει σχέση με τη διαφθορά και θα μας απασχολεί.
Μπορεί ο Άγγλος ποιητής Τζον Μίλτον να είχε δίκιο όταν έγραφε «καλύτερα να βασιλεύεις στην κόλαση παρά να είσαι υπηρέτης στον Παράδεισο»























