Οι εργαζόμενοι που αμείβονται με κατώτατο μισθό θα λάβουν τρεις μισθούς επιπλέον –ετησίως– μετά την αύξηση, σε σχέση με τις αμοιβές που ελάμβαναν το 2019.
Ο νέος κατώτατος μισθός κυμαίνεται από 780 έως 1.014 ευρώ ο μισθός με τρεις τριετίες για όσους έχουν δικαίωμα προσαύξησης τριετιών. Ο νέος κατώτατος μισθός – το οποίο λαμβάνουν 585.000 εργαζόμενοι – διαμορφώνεται στα 780 αυτά από τα 713 ευρώ που είναι σήμερα (αύξηση 67 ευρώ) και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο στα 34,84 ευρώ από 31,85 ευρώ ημερησίως.
Συγκεκριμένα, αποφασίσε ο καθορισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 4172/2013 (Α' 167), του νόμιμου κατώτατου μισθού και του νόμιμου κατώτατου ημερομισθίου, για πλήρη απασχόληση, για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, χωρίς ηλικιακή διάκριση, ως εξής:
α) Για τους υπαλλήλους ο κατώτατος μισθός ορίζεται στα επτακόσια ογδόντα ευρώ (780,00 €).
β) Για τους εργατοτεχνίτες το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται στα τριάντα τέσσερα ευρώ και ογδόντα τέσσερα λεπτά (34,84 €).
Πώς αναλύεται η αύξηση
Η αύξηση του νέο κατώτατου μισθού αναλύεται ως εξής:
Σε σύνολο 2.416.207 απασχολούμενων υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών, με διαφορετικό καθεστώς απασχόλησης (πλήρους/ μερικής/εκ περιτροπής), ποσοστό 24,24% αμείβεται με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο.
Επίσης, σύμφωνα με τον e-ΕΦΚΑ, για κάθε ποσοστιαία μονάδα (1%) αύξησης του κατώτατου μισθού οι ασφαλιστέες αποδοχές αυξάνονται -κατά προσέγγιση- κατά 140 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου σε ποσοστό 9,40%, ήτοι από 713€ σε 780€ και από 31,85€ σε 34,84€, με μέσο ποσοστό εισφορών 36,16%, επί 14 μήνες, οδηγεί σε ετήσια αύξηση των ασφαλιστέων αποδοχών κατά €1,316 δισεκ. και κατά συνέπεια σε εκτιμώμενη ετήσια αύξηση των εσόδων των ανωτέρω φορέων ύψους 475.865.600,00 ευρώ.
Τέλος, η δαπάνη που προκαλείται σε βάρος του προϋπολογισμού των e-ΕΦΚΑ, ΕΟΠΥΥ και ΔΥΠΑ από την αύξηση των καταβαλλόμενων ποσών του επιδόματος ανεργίας και όσων επιδομάτων είναι συνδεδεμένα με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο, εκτιμάται σε 143.881.100 ευρώ, καθώς και αύξηση των δαπανών των προγραμμάτων απασχόλησης που είναι συνδεδεμένα με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο, η οποία όμως δεν δύναται να υπολογισθεί καθώς εξαρτάται από το πλήθος των προγραμμάτων, των δικαιούχων και τη διάρκεια του κάθε προγράμματος.