Δεν ξέρω πραγματικά πως θα μπορούσε κάποιος να αποτυπώσει κριτικά όλα αυτά που είδαμε στην τριλογία της Ορέστειας που σκηνοθέτησε ο Θεόδωρος Τερζόπουλος.
Η παράσταση σχεδόν αυτόματα πέρασε στην ιστορία ως μια από τις πιο σημαντικές στιγμές του αρχαίου ελληνικού δράματος. Και αυτό γιατί αυτή η «Ορέστεια» δεν αποτέλεσε απλώς μια αριστοτελική «μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας μέγεθος εχούσης», αλλά έθεσε καίρια ερωτήματα για την ανθρώπινη φύση, την εξουσία και την κοινωνική δικαιοσύνη, προσφέροντας μια νευραλγικά σύγχρονη ματιά σε ένα κλασικό έργο.
Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως η εμπειρία που βιώσαμε ξεπέρασε τα όρια του θεάτρου, καθώς άφησε μέσα μας ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα.
Η Ορέστεια
Η Τριλογία της «Ορέστειας» (Αισχύλος) αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα και πιο επιδραστικά έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 458 π.Χ. και αποτελείται από τρία έργα: «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Κεντρικό θέμα της είναι η κατάρα που βαραίνει τον οίκο των Ατρειδών και το τραγικό βραχυκύκλωμα του Ορέστη που διαχέεται σε όλα τα πρόσωπα του δράματος και στον χορό μέσα από διαδοχικά στάδια: από την αποσταθεροποίηση στο αδιέξοδο, στην τρέλα. Την κατάσταση αυτή εκμεταλλεύεται η Αθηνά στο τρίτο μέρος της τριλογίας, για να θεσμοθετήσει τη δημοκρατία με τη βία, μέσω μιας «οφειλόμενης» σύναψης ειρήνης.
Η προσέγγιση του Θεόδωρου Τερζόπουλου και η επιστροφή στην ουσία
Με μια προσέγγιση που επιστρέφει στις αρχέγονες πηγές της τραγωδίας, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος κατάφερε να αναδείξει την ένταση, τη βία και τις ψυχολογικές διαστάσεις του έργου με τον δικό του μοναδικό τρόπο.
Χωρίς μικρόφωνα, χωρίς τίποτα περιττό επί σκηνής, επέστρεψε στις ρίζες του ανθρώπινου στοιχείου: στο σώμα, τη φωνή και τις αισθήσεις – άλλωστε όλο του το μέχρι σήμερα έργο χαρακτηρίζεται από μια φυσική και έντονα σωματική προσέγγιση.
Αποτέλεσμα μια συγκλονιστική ριζοσπαστική ανάγνωση της Αισχύλειας τριλογίας, μια ανάγνωση με βαθιά ανθρωποκεντρική και πολιτική χροιά που απευθύνεται σε όλα τα είδη του κοινού.
Και αυτό που έχει ίσως τη μεγαλύτερη σημασία. Γιατί το κοίλον της Επιδαύρου, όπως με έμφαση σχολιάστηκε, δε γέμισε από 20.000 θεατές, θιασώτες του θεάτρου Αττις και της Τερζοπουλικής μεθόδου. Γέμισε από ανθρώπους που άκουσαν για τον μύθο του σπουδαίου αυτού σκηνοθέτη, που εμπιστεύτηκαν τον ένστικτό τους και «ρίσκαραν» να δουν μια παράσταση που δεν πρωταγωνιστούσαν πρωτοκλασάτα ονόματα της ελληνικής τηλεόρασης, αλλά ηθοποιοί σχεδόν άγνωστοι σε αυτούς, και μια παράσταση που εκ προοιμίου ήξεραν πως θα άγγιζε τις τρεισήμισι ώρες.
Και αυτή είναι η μεγάλη νίκη του Θεόδωρου Τερζόπουλου, αλλά και του Εθνικού Θεάτρου που συνεργάστηκε – επιτέλους – μαζί του.
Τυχεροί όσοι είδαν τον Τερζόπουλο στην Επίδαυρο. Τυχεροί και όσοι θα τον δουν στις επόμενες στάσεις της παράστασης. Γιατί θα δουν επιτέλους τον πυρήνα του αρχαίου δράματος. Ο χορός σε αυτή την Ορέστεια είναι η κεντρομόλος δύναμη, το σημείο που ενώνονται όλες οι ακτίνες της κυκλικής ορχήστρας και επιτέλους η συλλογικότητα επανέρχεται στο επίκεντρο της σκηνοθετικής ματιάς. Και αυτό είναι πραγματικά θαυμάσιο, αν κάποιος συλλογιστεί με πόση αμηχανία τον χορογραφούν οι νεότεροι σκηνοθέτες, αφού πρώτα του αφαιρέσουν κάθε νευραλγική του πτυχή.
Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος κάνει πράξη την έννοια της συλλογικότητας στο θέατρο και ταυτόχρονα αποδεικνύει το πόσο σκληρά πρέπει να ασκηθεί κάποιος ηθοποιός και να υπηρετήσει την τραγωδία όχι μόνο σωματικά, αλλά και φωνητικά.
Το όραμα του Τερζόπουλου
Γίνεται επίσης συγκλονιστικά αισθητό το τι σημαίνει για έναν σκηνοθέτη να έχει όραμα και το πόσο σπουδαίο είναι να παίρνει πολιτική θέση στα πράγματα χωρίς να κρύβεται πίσω από το « η τέχνη για την τέχνη».
Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος παίρνει θέση και μάλιστα ξεκάθαρη στο τρίτο μέρος της τριλογίας, τις Ευμενίδες, όπου περιγράφεται η μετάβαση από τον θεοκρατικό κόσμο, στο δημοκρατικό πολίτευμα και δικαστικό κοσμικό σύστημα. Πάνω σε αυτούς τους πυλώνες στηρίχθηκε άλλωστε ο κατοπινός δυτικός κόσμος.
Η θεά Αθηνά «χτίζε» τον Αρειο Πάγο και εκεί πια η κοσμική δικαιοσύνη παίρνει τη σκυτάλη από τους Θεούς. Τί συνέβη στον ρου της ιστορίας κι η δημοκρατία πήρε τη λάθος στροφή; Ποιος είναι ο νέος θαυμαστός αυτός κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε εμείς οι ανεπτυγμένες χώρες;
Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος μας τον φανερώνει με τρόπο λυρικό μεν, σκληρά νατουραλιστικό δε. Πρόκειται για έναν κόσμο που πια κυβερνά το χρήμα και οι δείκτες των χρηματιστηρίων. Έναν καπιταλιστικό κόσμο που όλοι πατούν επί πτωμάτων, που χιλιάδες άμαχοι σκοτώνονται καθημερινά και πνίγονται σε ναυάγια. Έναν κόσμο με έναν Θεό πολύ πιο αμείλικτο από το αρχαϊκό Δωδεκάθεο. Το χρήμα.
Μια θεώρηση βαθιά ρεαλιστική και σκληρή, μια παράσταση που στο τέλος όλα τα λούζει στο αίμα και δίνει μια μεγάλη γροθιά στο στομάχι.
Οι ηθοποιοί
Δεν γίνεται να μη σταθεί κάποιος στους ηθοποιούς του Τερζόπουλου. Ηθοποιούς που υπηρετούν στον απόλυτο βαθμό το όραμα του δασκάλου τους και που μέσα από τη βαθιά αυτή ψυχαναλυτική μέθοδό του έρχονται σε επαφή με το ίδιο το σώμα τους, αλλά και τον εαυτό τους. Ηθοποιούς που εργάζονται εξαντλητικά πάνω στα εκφραστικά τους μέσα. Που δεν «αφήνονται» σε ήχους μικροφωνικούς, που δε διστάζουν αν βγάλουν από μέσα τους τον βρυχηθμό και τον σπαραγμό.
Ακούγοντας την περιγραφή της Πτώσης της Τροίας, ένιωθες τις ανάσες του χορού να βγαίνουν από τα έγκατα της γης, σαν τις ανάσες των νεκρών του πολέμου.
Ο Σάββας Στρούμπος ως Αγαμέμνονας βγάζει εντυπωσιακούς ήχους λιονταριού στο διάβα του, λίγο πριν διαβεί το κατακόκκινο από νεκρά σώματα μονοπάτι που θα οδηγούσε στον ίδιο του τον θάνατο. Η εκπληκτική Σοφία Χιλλ στο στο ρόλο της Κλυταιμήστρας μέσα στο κάτασπρο κουκούλι της μεταμορφώνεται σε στυγερή δολοφόνο και όταν κουνάει την κατακόκκινη βεντάλια της νιώθουμε πως μας ραίνε με αίμα, ενώ ταυτόχρονα βγάζει ανατριχιαστικούς λαρυγγισμούς.
Ο Δαυίδ Μαλτέζε ως Αίγισθος αλώνει τη σκηνή βγάζοντας έναν μοναδικό Αίγισθο, ενώ ο νεαρός – μόλις 22 ετών – Κωνσταντίνος Κοντογεωργόπουλος ως Ορέστης εντυπωσιάζει. Εξαιρετική και η Νιόβη Χαραλάμπους ως Ηλέκτρα.
Η σκηνή της αναγνώρισης των δύο αδελφών ήταν πραγματικά αριστουργηματική, σαν τα δύο αδέλφια να επανενώθηκαν μέσα στην υγρή μήτρα της μητέρας τους σπαρταρώντας σαν ψάρια.
Η Εβελυν Ασουάντ δίνει μια σπαρακτική ερμηνεία ως Κασσάνδρα και κινείται επιδέξια ανάμεσα στο βακχικό παραλήρημα και στην προφητεία στοιχειώνοντάς μας με το μοιρολόι της σε αραβική γλώσσα. Επιβλητική η Αγλαϊα Παπά σαν Αθηνά και συγκινητική παρουσία του Τάσου Δήμα στο ρόλο του φύλακα.
Τελικά άξιζε το Θεατρικό «ρίσκο» των … πολλών;
Την παράσταση αυτή επιβάλλεται να τη δουν όλοι ανεξαιρέτως. Μεγάλοι και μικροί, θεατρόφιλοι και μη. Και όσο αντέξουν. Σπάνια θα έχει την ευκαιρία κάποιος να γίνει μάρτυρας μιας ιστορικής θεατρικής στιγμή.
Πηγή NEWS247