Ο γερμανικός οίκος εκτιμά πως η αναπτυξιακή δυναμική το 2024 θα κινηθεί ελαφρώς χαμηλότερα από φέτος, στο 1,5%, έναντι 0,5% για την ευρωζώνη, προτού ενισχυθεί στο 1,8% το 2025, έναντι 1,5% για την ευρωζώνη. Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα διαμορφωθεί σε 4,3% φέτος, με περαιτέρω ουσιαστική αποκλιμάκωση τα επόμενη έτη, καθώς αναμένεται να υποχωρήσει στο 2,1% και 1,8% το 2024 και το 2025, αντίστοιχα.
Αναφορικά με το δημοσιονομικό έλλειμμα, η Deutsche Bank αναμένει πως θα φτάσει στο 1,3% του ΑΕΠ το 2024 και στο 1,2% για το 2025 από 2,4% που εκτιμάται για φέτος, ενώ υπολογίζει ότι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα διαμορφωθεί στο 6% και στο 5% του ΑΕΠ αντίστοιχα για το διάστημα 2024 και 2025 από 8% το 2023. Ζήτημα προς ανάλυση αποτελούν και οι κινήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενόψει της επικείμενης συνεδρίασης της 27ης Ιουλίου. Συγκεκριμένα, αναμένουν πως το επιτόκιο καταθέσεων θα αυξηθεί κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,75%, ενώ δε μπορεί να αποκλειστεί μια περαιτέρω αύξηση, ώστε να φτάσει στο 4% τον Σεπτέμβριο.
Οι κινήσεις της ΕΚΤ
Όπως σημειώνουν, «είτε έτσι είτε αλλιώς, η ΕΚΤ δεν επιθυμεί να θεωρηθεί ο Σεπτέμβριος ως ένα σημείο καμπής στον κύκλο της νομισματικής πολιτικής. Το στρατηγείο της Φρανκφούρτης επιθυμεί να κατανοήσουν οι αγορές τη δέσμευσή της για την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού προς τον στόχο και την προθυμία της να κινηθεί «ολοένα και υψηλότερα και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα» εάν χρειαστεί.
Σύμφωνα με τη Deutsche Bank η απόφαση για μια αύξηση των επιτοκίων στο ύψους του 4% θα εξαρτηθεί από τρία αλληλοσυνδεόμενα στοιχεία της συνάρτησης αντίδρασης, γύρω από την εκτίμηση για τον πληθωρισμό, τον δομικό πληθωρισμό και τη μετάδοση της νομισματικής αυστηροποίησης της πολιτικής. Υπάρχουν στοιχεία που λένε ότι μια αύξηση στο 4% τον Σεπτέμβριο γίνεται ολοένα και πιο πιθανή. Ωστόσο, υπάρχουν αναλύσεις και στοιχεία που τάσσονται και με την αντίθετη άποψη. «Θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι μια νέα αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο είναι αναπόφευκτη» επισημαίνουν οι αναλυτές.
Η συνάρτηση αντίδρασης της ΕΚΤ
Ένα δεύτερο στοιχείο είναι το κομμάτι της επικοινωνίας της ΕΚΤ και η συνεχής έμφαση στο «υψηλότερο επίπεδο και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα». «Το να μην προβούμε σε μια αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο δεν σημαίνει ότι το 3,75% θα είναι το τελικό επίπεδο. Επιπλέον, μια αύξηση τον Σεπτέμβριο δεν σημαίνει ούτε ότι το 4% θα είναι το τελικό σημείο», όπως σχολίασε η Κριστίν Λαγκάρντ στη Σίντρα, βάζοντας στο επίκεντρο τη δυνατότητα μιας στάσης αναμονής.
Ένα τρίτο και τελικό στοιχείο που εξετάζουν οι αναλυτές της Deutsche Bank είναι η συνάρτηση αντίδρασης της ΕΚΤ, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον κύκλο αυξήσεων στο επόμενο επίπεδο (4,25 – 4,50%). Οι ενδείξεις ενός «σπιράλ» μισθών – τιμών, ενός επίμονου δομικού πληθωρισμού και – ή αδύναμης μετάδοσης θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υψηλότερα επίπεδα τα επιτόκια.
Πηγή: OT.GR