Ταυτόχρονα, όμως, εκπέμπει προειδοποίηση: οι διεθνείς κίνδυνοι αυξάνονται, η οικονομία παραμένει ευάλωτη, και η σημερινή πρόοδος βασίζεται σε παράγοντες που δεν είναι δεδομένοι.
Παράλληλα, οι επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, επιταχύνονται, στηριγμένες σε μεγάλο βαθμό στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία, σύμφωνα με την ΤτΕ, αναμένεται να προσθέσουν ως και 7% στο ΑΕΠ μέχρι το 2026. Οι τράπεζες αυξάνουν την πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις με ρυθμό 16,8%, και οι καταθέσεις ιδιωτών πλησιάζουν τα €200 δισ.
Κάτω όμως από την ισχυρή επιφάνεια, υπάρχουν ενδείξεις που προκαλούν προβληματισμό.
Η πραγματική αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 2,6% στο τέλος του 2024, ενώ η αποταμίευση επέστρεψε σε αρνητικό έδαφος (-1,9% του ΑΕΠ). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει βαθιά ελλειμματικό (-6,4%), ενώ οι εισαγωγές αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό από τις εξαγωγές. Παρά τη θετική πορεία του τουρισμού, η καθαρή εξωτερική συνεισφορά στο ΑΕΠ κρίνεται «ουδέτερη».
Η Τράπεζα της Ελλάδος τονίζει ότι οι βασικοί κίνδυνοι είναι εξωτερικοί και «καθοδικοί». Το διεθνές περιβάλλον γίνεται πιο ασταθές – οι Ηνωμένες Πολιτείες εφαρμοζόμουν την πολιτική δασμών, οι γεωπολιτικές εντάσεις αυξάνονται, και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική μεταβλητότητα ενισχύεται.
Την ίδια ώρα, το RRF (Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας), που τροφοδοτεί σήμερα την επενδυτική δυναμική, λήγει στο τέλος του 2026, χωρίς να έχει διασφαλιστεί η συνέχεια.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την Τράπεζα, χρειάζεται επειγόντως μεταρρυθμίσεις με μόνιμο αποτύπωμα. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ιδιαίτερα σε τομείς με διαχρονικές αδυναμίες (όπως η γραφειοκρατία στο Δημόσιο και η απονομή δικαιοσύνης), αποτελεί προϋπόθεση για την ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης και την προσέλκυση νέων κεφαλαίων.
Παρεμβάσεις που περιορίζουν τη γραφειοκρατία, επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό και προωθούν τον ανταγωνισμό μπορούν να βελτιώσουν ουσιαστικά το επιχειρηματικό περιβάλλον.
Παράλληλα, είναι κρίσιμη η επιτάχυνση της απορρόφησης και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, με στόχο τη μείωση του επενδυτικού κενού, την ενίσχυση του δυνητικού προϊόντος και της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και συνολικά τη βελτίωση της ανθεκτικότητας της οικονομίας. Η επένδυση στην έρευνα, την καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι καθοριστική για την ανάσχεση της μακροχρόνιας πτώσης της παραγωγικότητας. Τέλος, η περαιτέρω διεύρυνση της εξωστρέφειας της οικονομίας και η ενίσχυση του ανταγωνισμού με άρση όλων των εμποδίων εισόδου σε κλάδους παραγωγικής δραστηριότητας που έχουν απομείνει, θα συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και στη σταδιακή μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.