Χωρίς ιδιαίτερα χαμόγελα για τους λιανεμπόρους ολοκληρώθηκαν οι θερινές εκπτώσεις, με τη μία στις δύο επιχειρήσεις να δηλώνει ότι φέτος είχε χειρότερο τζίρο σε σύγκριση με το 2022 και μόλις μία στις πέντε να κάνει λόγο για αύξηση των πωλήσεων.
Όπως φαίνεται η ακρίβεια «έφαγε» τη διάθεση αλλά και τη δυνατότητα των καταναλωτών για αγορές, ενώ και στον τουρισμό, αν και λειτούργησε θετικά, η κατανάλωση ήταν σχετικά μικρή, καθώς μόλις το 25% των επιχειρήσεων – δηλαδή μία στις πέντε – είδε τις πωλήσεις του να ενισχύονται από τις αγορές που πραγματοποίησαν τουρίστες.
Την ίδια ώρα τα στοιχεία της έρευνας που δημοσιοποίησε ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας δείχνουν ότι τα κόστη για τις επιχειρήσεις είναι υπέρογκα με εκείνα των τραπεζικών επιτοκίων, των τραπεζικών προμηθειών και των ενοικίων να αποτελούν τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο.
«Η ελπίδα για αλλαγή του κλίματος και η αισιοδοξία για επιστροφή στην ανάπτυξη που καταγράφηκε στην αντίστοιχη έρευνα του ΕΣΑ στο τέλος Φεβρουαρίου του 2023, όπου περίπου το 60% κατέγραψε προσδοκία για αύξηση των πωλήσεων το επόμενο εξάμηνο, μεταβλήθηκε τώρα σε ανησυχία και προβληματισμό. Οι προσδοκίες δηλαδή είναι πλέον εξίσου διαμοιρασμένες και στα τρία ενδεχόμενα: αύξηση, μείωση ή παραμονή στα ίδια επίπεδα τζίρου, χωρίς να καταγράφεται μια κυρίαρχη τάση στην αγορά.
Φαίνεται ότι στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο η έλλειψη διαθέσιμου οικογενειακού εισοδήματος, η αύξηση των τιμών στα τρόφιμα, η συγκυριακή αύξηση στα καύσιμα σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα, κάνουν δύσκολα προβλέψιμη τη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού το επόμενο εξάμηνο», λέει ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΕΣΑ) Σταύρος Καφούνης.
«Καλάθι τραπεζών»
Δεδομένων αυτών η αγορά ζητά ισχυρές παρεμβάσεις από την κυβέρνηση όπως τη στήριξη των εισοδημάτων, λελογισμένες αυξήσεις οι οποίες θα τονώσουν το διαθέσιμο εισόδημα με ταυτόχρονη μείωση φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών που θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ομως, όπως λένε, ο πλέον σημαντικότερος παράγοντας που επιβαρύνει το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων με ποσοστό 40% είναι ο τραπεζικός τομέας.
«Οι τράπεζες, όχι απλώς δεν χρηματοδοτούν, αλλά και όπου αυτό συμβαίνει επιβαρύνουν αλόγιστα τους πελάτες, ενισχύοντας έτσι την ασφυξία προς τις επιχειρήσεις. Επιτέλους, τώρα είναι η στιγμή για να δημιουργήσουμε ίσως το «Καλάθι των Τραπεζών» κατά το παράδειγμα των άλλων καλαθιών, μήπως μπει τελικά ένα φρένο στα υπέρογκα κόστη που βαραίνουν την πραγματική οικονομία και δοθεί μια ανάσα η οποία θα επιτρέψει στην υγιή επιχειρηματικότητα να αναπτυχθεί. Εμείς θα λάβουμε αμέσως πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση διότι δεν επιτρέπεται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, άλλοτε από τα σούπερ μάρκετ και άλλοτε από τις τράπεζες, να αφαιρούν πολύτιμο οξυγόνο από τις επιχειρήσεις μας», δηλώνει ο πρόεδρος του ΕΣΑ.
Πτώση και στον Πειραιά
Στον Πειραιά, για το 62% των ερωτηθέντων εμπόρων κινήθηκε πτωτικά ο τζίρος τους σε σχέση με την περσινή αντίστοιχη περίοδο, ενώ ανοδικά μόνο για το 5% με καλύτερη περίοδο από άποψη αγοραστικής κίνησης τον μήνα Ιούλιο. Μάλιστα η εικόνα αυτή διαμορφώθηκε παρά το γεγονός ότι η μία στις δύο επιχειρήσεις δήλωσε πως απορρόφησε το σύνολο των ανατιμήσεων και προέβη σε γενναίες εκπτώσεις.