Στο προηγούμενο κεφάλαιο είχαμε αναφερθεί στο σχέδιο και τις ενέργειες εκρίζωσης των χριστιανικών πληθυσμών από την Μικρά Ασία. Συνεχίζουμε αυτή την προσπάθεια στοχεύοντας και πάλι σε στοιχεία Τούρκων επιστημόνων ως επί το πλείστον.
Του Κων/νου Τζέκη
Ας αφήσουμε και πάλι την Erbil να μας διηγηθεί στο κεφάλαιο του βιβλίου της με τον χαρακτηριστικό της τίτλο λευκός θάνατος:
«…… Η διαταγή δεν είχε εξαιρέσεις. Δεν έδειξαν την παραμικρή επιείκεια ούτε στους αρρώστους, ούτε στους υπερήλικες που δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν.
Οι Έλληνες ξεχύθηκαν κατά κύματα στους δρόμους ξεριζωμένοι από την πατρίδα, από τον τόπο τους. Ένας πόνος βαθιά στην ψυχή τους υπενθύμιζε αυτά που έπαθε ΄ένας άλλος χριστιανικός λαός, οι Αρμένιοι πριν από έναν περίπου χρόνο. Οι Αρμένιοι που σφαγιάσθηκαν κατά μήκος των ποταμών και τα πτώματά τους πετάχτηκαν στα νερά…. Οι Αρμένιοι που πυρπολήθηκαν ολοζώντανοι μέσα στις εκκλησίες ….» Και παρακάτω συνεχίζει αναφερόμενη στον ξεριζωμό των Ποντίων αδελφών μας:
« …Οι Τσέτες που ορμούσαν στα χωριά και τις κωμοπόλεις που εγκαταλείπονταν από τους ξεριζωμένους, αρχικά επιδίδονταν σε λεηλασίες και στη συνέχεια έκαιγαν και κατέστρεφαν τα πάντα, ώστε να μην αφήσουν πίσω τίποτα που να θυμίζει εκείνους που έφυγαν….
« Το δυσάρεστο όμως παιχνίδι που τους ετοίμαζε η μοίρα- το Κόμμα Ένωση και Πρόοδος και ο Γερμανικός ιμπεριαλισμός- δεν περιορίστηκε σε αυτά. Ορισμένοι από αυτούς παγιδεύτηκαν και σφάχτηκαν από τους ίδιους Τσέτες, πριν ακόμα απομακρυνθούν από τα χωριά τους.. Οι Τσέτες τους έπνιγαν στη γωνία μόλις έστριβαν και χάνονταν από τα βλέμματα των συγχωριανών τους. Άλλοι πάλι πέθαναν στους μακρινούς δρόμους της εξορίας.
Αυτή η εξορία ήταν μια διαφορετική εξορία από τις άλλες. Ο τελικός στόχος αυτής της εξορίας ήταν ο θάνατος. Αρχικά τους είπαν ότι θα αποσυρθούν πενήντα χιλιόμετρα νοτιότερα, ενώ στην πραγματικότητα ο δρόμος που θα διέσχιζαν ήταν περισσότερο από διακόσια χιλιόμετρα. Η πορεία που πραγματοποιείται μέσα σε αφόρητο κρύο και κάτω από πυκνή χιονόπτωση, υπό την καθοδήγηση ενός Αξιωματικού που κραδαίνει στα χέρια του το μαστίγιο, δεν αποτελεί οπισθοχώρηση αλλά εξορισμό. Εξορισμό που τελικός σταθμός του είναι ο θάνατος.
Οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της πορείας και του ξεριζωμού πάγωσαν από το ψύχος, αποδεκατίσθηκαν από τις επιδημίες και εξουθενώθηκαν από την πείνα. Ο αριθμός των Ελλήνων- Ποντίων που έχασαν τη ζωή τους, είτε στην περιοχή Τρίπολης και Σινώπης, είτε στα χωριά τους, είτε δολοφονήθηκαν στους δρόμους ή πέθαιναν κατά τη διάρκεια της πορείας προς την εξορία ανέρχεται σε 350.000. όσοι κατάφεραν να σωθούν από τις σφαγές, όσοι κατάφεραν να διασωθούν δωροδοκώντας ή δραπετεύοντας ή διαφεύγοντας στο εξωτερικό έγιναν μάρτυρες της εξαφάνισης του Ελληνικού γένους στη περιοχή.
Ας απορεί ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ερτογάν για τις «εκδηλώσεις» των Ελλήνων και ας διαμαρτύρεται για το μνημείο που πρόσφατα εγκαινιάσθηκε στη Θεσσαλονίκη. Η προσωπική μου διαμαρτυρία κατατίθεται στην προ ετών κίνηση «αδελφοποίησης» της Θεσσαλονίκης με τη Σμύρνη. Τι δουλειά έχει ο Τούρκος Σμυρνιός Δήμαρχος με εκείνη την απαστράπτουσα γενιά των Ελλήνων της Σμύρνης των 250.000 κατοίκων το 1920; Γιατί ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης αποφάσισε να ζηλέψει όλους τους τέως συναδέλφους του που αποφάσισαν να ασχοληθούν με την Εξωτερική πολιτική; Δεν του είπε κανείς από το Υπουργείο Εξωτερικών ότι οι αδελφοποιήσεις με Τούρκους πρέπει να γίνονται προσεκτικά;
Το σχέδιο που ονομάσθηκε από τους ιστορικούς «Λευκός θάνατος», εφαρμόσθηκε μέχρι το τέλος με μεγάλη ψυχραιμία και σκληρότητα. Όμως παρά το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες είχαν βρει τον θάνατο, είχαν μείνει πολλοί ακόμη που έπρεπε να αφανισθούν, γι’ αυτό θα εκπονηθούν νέα σχέδια για τις περιοχές εκείνες που δεν υπήρχε Ρωσική απειλή.
Τάγματα Εργασίας ( Amele Taburlari)
Τα Τάγματα Εργασίας ή αν θέλετε Τάγματα Θανάτου, συγκροτήθηκαν από το 1914 και μετέπειτα, χρησιμοποιήθηκαν για να μειώσουν ακόμη περισσότερο τον μη μουσουλμανικό πληθυσμό.
Όταν το οθωμανικό κράτος αποφάσισε να συμμετάσχει στον Α΄. Παγκόσμιο Πόλεμο, εξέδωσε εντολή επιστράτευσης των μη μουσουλμάνων πολιτών. Οι νεαροί Έλληνες που επιστρατεύονταν δεν πήγαιναν στον πόλεμο ή στα στρατόπεδα, αλλά στέλνονταν στα τάγματα εργασίας. Οι συνθήκες διαβίωσης που παρέχονταν στους ανθρώπους αυτούς , που στέλνονταν να σπάνε πέτρες να σκάβουν τούνελ και να φτιάχνουν δρόμους ήταν απάνθρωπες. Η τροφή ήταν ελάχιστη. Εργάζονταν επί 18 ώρες, μαστιγώνονταν, διανυκτέρευαν σε στρούγκες βρόμικες και κοιμούνταν στα χωματένια δάπεδα, χωρίς νερό.
Αλλά ας αφήσουμε την Τουρκάλα Erbil να μας διηγηθεί με γλαφυρότητα τη συνέχεια. Ούτε η αιμόπτυση τους, ούτε ο θάνατος τους από τον τύφο συγκίνησε τους Τουρανιστές Οθωμανούς. Οι άνθρωποι που οδηγήθηκαν στα τάγματα εργασίας πέθαναν ένας- ένας εργαζόμενοι επί μέρες νηστικοί και άυπνοι , κάνοντας αιμοπτύσεις ή τρέμοντας από τον τύφο. Όπως ακριβώς το επιθυμούσαν οι δήμιοί τους, ήσυχα, σιωπηρά και χωρίς να σπαταλήσουν ούτε μια σφαίρα, ούτε μια ξιφολόγχη. Ο θάνατος με τους τρόπους που προαναφέραμε των 2.300 από τους 3.000 άνδρες που υπηρετούσαν στο δεύτερο τάγμα εργασίας στο χωριό Κιλίς της Άγκυρας μας δίνει τη δυνατότητα να υπολογίσουμε με το ποσοστό θανάτου στο σύνολο των Ταγμάτων Εργασίας. Από την άλλη πλευρά συνεχιζόταν το ανελέητο κυνηγητό των Ελλήνων από τους λιποτάκτες του στρατού, τους οποίους υποσχέθηκαν να αμνηστεύσουν έναντι του αφανισμού των Χριστιανών από την Μικρά Ασία.
Αψευδής μάρτυς ο Λογοτέχνης Ηλίας Βενέζης που «επιστρατεύθηκε αμούστακος και επιβίωσε χάρις στην βοήθεια των συντρόφων του.
Ο στόχος εκείνων που έβγαλαν στους δρόμους, στα μέσα του χειμώνα κάτω από πυκνό χιόνι , αρρώστους, ηλικιωμένους, γυναικόπαιδα, χωρίς να καμφθούν από τα δάκρυα κανενός, για να διανύσουν αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων ή υποχρέωναν τους άνδρες να εργάζονται εξοντωτικά, χωρίς τροφή και νερό, είναι έκδηλος και προφανής, χωρίς κανένα περαιτέρω σχόλιο. Επιθυμούσαν το θάνατο των ανθρώπων αυτών χωρίς οίκτο. Επίσης οι συμμορίες των λιποτακτών στρατιωτών συμπλήρωσαν το έλλειμμα της κρατικής προσπάθειας.
Η μόνη διέξοδος των Ελλήνων Χριστιανών ήταν να ασπασθούν τον Μουσουλμανισμό, εξαγοράζοντας έτσι την ίδια τους τη ζωή με την αλλαγή της πίστης τους.
Οι Τουρανιστές Οθωμανοί, στο όνομα της εξασφάλισης της διαιώνισης του κράτους, έπαιζαν ανελέητα και ποταπά ένα βρώμικο παιχνίδι θανάτου σε βάρος της ζωής αθώων πολιτών, που ζούσαν στην περιοχή αυτή. Θα διακόψουν αυτό το παιχνίδι για λίγο χρονικό διάστημα, μετά την ήττα της Γερμανίας στον Α΄. Παγκόσμιο Πόλεμο, για να συνεχίσουν μετά την 19 Μαΐου 1919.