Κώστας Δαλακιουρίδης
1947 – 2021
ΑΝΤΙΟ ΣΕ ΕΝΑΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΟ ΦΙΛΟ
Πάντα είχε μια ευθραυστότητα. Ήταν ένα διαυγές κρύσταλλο, που η φύση του περικλείει τον κίνδυνο. Κάπως έτσι ήταν και η ζωή του. Εύθραυστη και κάποια στιγμή έγινε κομμάτια. Η αρχή έγινε με την Εύη, τη μοναχοκόρη του και συνεχίστηκε με την πολυαγαπημένη Σοφία, τη γυναίκα του.
Τότε πια ο κίνδυνος έγινε ορατός και αναμενόμενος. Άντεξε περίπου τέσσερα χρόνια. Και ανήμερα της γιορτής του, του Αγίου Κωνσταντίνου πήρε το κάλεσμα. Και το ομολόγησε. Πεθαίνω είπε… Η εβδομάδα που πέρασε ήταν διαδικαστική. Η επάρατος είχε κάνει τη δουλειά της και είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της. Έσβησε στο Διαβαλκανικό χωρίς η επιστήμη να μπορέσει να δώσει λύση, έστω και προσωρινή. Το είχε η μοίρα του να σβήσει όλη του η οικογένεια από τον ίδιο λόγο και την ίδια αιτία.
Τα ανθρώπινα είχαν τελειώσει και η αγκαλιά των αγαπημένων είχε ανοίξει.
Ο Κώστας αυτός που γνωρίσαμε πριν από 40 τόσα χρόνια, που μας συνόδεψε στις χαρές και τις λύπες δεν είναι πια μαζί μας. Ταξιδεύει για άλλες θάλασσες, άλλους ωκεανούς.
Υπήρξε άνθρωπος με άποψη, γνώση και ρεαλισμό. Ως επαγγελματίας μηχανικός υπήρξε άριστος. Ως άτομο χάραξε τη ζωή του, έκανε τις επιλογές του, αρκέστηκε σ' αυτά που αγάπησε και ολοκληρώθηκε ως άνθρωπος.
Βίωσε την τραγικότητα με αξιοπρέπεια, χωρίς μιζέρια και αυτολύπηση και άντλησε δύναμη αναζητώντας διεξόδους στη γνώση, την πνευματική δημιουργία, τη φιλοσοφία.
Έψαχνε μέχρι το τέλος του το νόημα της ζωής και αναζητούσε ασταμάτητα τα μεταθάνατον.
Ήταν σημαντικός για όλους τους ανθρώπους που άγγιξε, μ' έναν δικό του τρόπο λίγο απόμακρο, μα καθόλου φορτικό. Με μια ειλικρίνεια και καθαρότητα που καθήλωνε.
Του ζήτησα κάτι διαφορετικό από τα χρονογραφήματά του τις ημέρες του Πάσχα που μας πέρασε, του ζήτησα να γράψει κάτι για τους σοφούς που τον παρηγορούσαν… και έγραψε :
Σοφός δεν είναι αυτός που ξέρει πολλά πράγματα αλλά ξέρει για τη ζωή και το νόημά της. Και κατά πως γράφει ο Καρυωτάκης για όσους δεν έζησαν κάθε στιγμή της ζωής τους:
Είκοσι χρόνια παίζοντας αντί χαρτιά βιβλία,
είκοσι χρόνια παίζοντας, έχασα τη ζωή.
Φτωχός τώρα ξαπλώνομαι, μιαν εύκολη σοφία
ν' ακούσω εδώ που πλάτανος γέρος μού τη θροεί.
[…] τρελέ, τρελέ, που εγέρασες και νέος ποτέ δεν ήσουν…
Λίγοι μα εκλεκτοί ήταν αυτοί που παραβρέθηκαν στην εξόδιο ακολουθία. Βουβοί και απορημένοι. Ένα γιατί πλανιόταν στα χείλη όλων.
Τον αποχαιρετώ με σεβασμό για την αγάπη που έδειξε τόσα πολλά χρόνια στον κοινό αγώνα που κάναμε μέσα από τις στήλες αυτές της εφημερίδας.
Για την αγάπη του στο Γιάννη Κορομήλη, και τις ατέλειωτες συζητήσεις για τη μετέπειτα ζωή που έκαναν μαζί. Τους ένωνε ο κοινός πόνος και η κοινή καταγωγή, η Κοζάνη.
Τώρα είναι σε θέση να γνωρίζει. Του εύχομαι να βρει τον παράδεισο που ονειρευόταν.
Μάρω Κορομήλη