Με τις «εχθροπραξίες» να έχουν ξεκινήσει σε ό,τι αφορά τα μικροτσίπ, ο Ψυχρός Πόλεμος 2.0 έχει επικεντρωθεί σε κάτι ακόμα πιο σπάνιο, πιο σημαντικό και πιο θεμελιώδες για τον ανθρώπινο πολιτισμό και το μέλλον του: τις λεγόμενες σπάνιες γαίες, μια ομάδα 17 μεταλλικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται σχεδόν σε όλες τις εκφάνσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής μας. Κάποιες από αυτές που φαίνεται πως κρύβονται στο ελληνικό υπέδαφος έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον της Ε.Ε., η οποία καίγεται να εξασφαλίσει την αυτονομία της.
Μα πόσο σημαντικές είναι αυτές οι σπάνιες γαίες και τα κρίσιμα υλικά και πού χρησιμοποιούνται; Από τα μικροτσίπ στα κινητά τηλέφωνα, τις μπαταρίες των κινητών τηλεφώνων και των τάμπλετ μας ως τις οθόνες των υπολογιστών και τις τηλεοράσεις μας. Από τις οπτικές ίνες και τα λέιζερ ως τους δορυφόρους. Από τις μπαταρίες των ηλεκτρικών και τους καταλύτες των θερμικών αυτοκινήτων ως τους πυραύλους και τα οπλικά συστήματα, τους κινητήρες των αεροσκαφών, τις ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά.
Η ανθρωπότητα δεν θα μπορούσε να έχει πρόσβαση σε τίποτε από τα παραπάνω (και σε πολλά περισσότερα), αν δεν υπήρχαν αυτές οι σπάνιες γαίες, οι οποίες αποτελούν μια ομάδα 17 μετάλλων που περιλαμβάνει τις λεγόμενες 15 λανθανίδες του περιοδικού πίνακα, το ύττριο και το σκάνδιο. Το κακό είναι ότι, όπως φανερώνει και η ονομασία τους, αυτά τα ορυκτά είναι πολύ σπάνια (υπάρχουν σε περιοχές με όξινα μαγματικά πετρώματα) και σε όλο τον κόσμο δίνεται μάχη για τον έλεγχό τους.
Φλώρινα και Γκιώνα
Με την Κίνα, βασική προμηθεύτρια αυτών των σπάνιων ορυκτών στον κόσμο, να περιορίζει την εξαγωγή τους και τη Ρωσία, έτερη μεγάλη προμηθεύτρια, να αποκλείεται στο πλαίσιο του εμπάργκο για την εισβολή και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, η Ε.Ε. προσπαθεί να εξασφαλίσει την αυτονομία και την επάρκειά της και σε αυτό το κρίσιμο κομμάτι. Προς το παρόν, η Γηραιά Ηπειρος στηρίζει το πρότζεκτ για την αυτονομία της σε αυτές τις γαίες στα κοιτάσματα της Βόρειας Ευρώπης και συγκεκριμένα το Norra Karr της Σουηδίας, τα Kvanefjeld και Kringlerne της Γροιλανδίας, το Fen της Νορβηγίας καθώς και στη Φινλανδία, ενώ αναζητά αγωνιωδώς και άλλα.
Ανάμεσα στις περιοχές που έχει βάλει στο ραντάρ της η Ε.Ε. είναι και η Ελλάδα, καθώς υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για την ύπαρξη κοιτασμάτων σπάνιων γαιών, κυρίως στα βόρεια της χώρας και σε υποθαλάσσιες περιοχές. Θεωρητικά, εάν τα κοιτάσματα αυτά είναι όντως εκμεταλλεύσιμα και αξιοποιηθούν, θα μπορούσαν όχι μόνο να αποδώσουν οικονομικά στην Ελλάδα, αλλά και να της δώσουν ένα στρατηγικό υπερόπλο.
Ο διάδοχος φορέας του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), η Ελληνική Αρχή Γεωργικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια με ταχύτατους ρυθμούς έρευνες και αναλύσεις δειγμάτων σε ολόκληρη τη χώρα. Από αυτές έχει ανιχνεύσει υψηλή περιεκτικότητα κοιτασμάτων σε περιοχές όπως λατερίτες στη Λοκρίδα και το Βροντερό Φλώρινας, βωξίτες στη ζώνη Παρνασσού – Γκιώνας, αλκαλικά μαγματικά πετρώματα στον Φανό Σαμοθράκης, φωσφορίτες στη Δυτική Ελλάδα, μαύρες άμμοι στα Λουτρά Ελευθερών Νέας Περάμου, σε εκβολές των ποταμών Εβρου, Στρυμόνα και Νέστου, αλλά και στο υποθαλάσσιο περιβάλλον μεταξύ Αλεξανδρούπολης και Χαλκιδικής, όπου προκύπτει περιεκτικότητα σπάνιων γαιών 1,17%.
Δεν είναι όμως όλα ρόδινα. Στις περισσότερες περιοχές όπου εντοπίστηκαν τα κοιτάσματα βρέθηκαν να έχουν και περιεκτικότητα στο ραδιενεργό στοιχείο θόριο. Υπάρχουν επίσης και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καθώς κάποιες από τις εξεταζόμενες περιοχές έχουν έντονη τουριστική κίνηση. Από τους δύο τύπους μεταλλοφορίας σπάνιων γαιών που απαντώνται στην Ελλάδα, τον πρωτογενή (οι σπάνιες γαίες προκύπτουν από μαγματικές ή υδροθερμικές διαδικασίες) και τον δευτερογενή (προκύπτουν από ιζηματογενείς διεργασίες ή αποσάθρωση εμπλουτισμένων πετρωμάτων), προκρίνονται σήμερα όσες περιοχές έχουν και τις περισσότερες ενδείξεις για να δώσουν σπάνιες γαίες. Πρόκειται για τη Λοκρίδα, το Βροντερό Φλώρινας, τον Φανό Σαμοθράκης και μια ζώνη μεταξύ Παρνασσού και Γκιώνας σε ό,τι αφορά τον πρωτογενή τύπο και τον Στρυμονικό κόλπο και τη Νέα Πέραμο για τον δευτερογενή.
Η γεωλογία της παρέχει στη χώρα το στρατηγικό πλεονέκτημα να γίνει μία από τις ελάχιστες παραγωγούς σπάνιων γαιών στην Ευρώπη (μαζί με τη Σουηδία, τη Γροιλανδία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία). Είναι όμως αυτό όλο το story; Στην πραγματικότητα, ακόμα και εκεί που η ΕΑΓΜΕ έχει εντοπίσει ισχυρές ενδείξεις για κοιτάσματα, χρειάζεται μια διαδικασία που μπορεί να κρατήσει ως και 10 χρόνια μέχρι να δούμε την πλήρη ανάπτυξη ενός κοιτάσματος. Απαιτούνται έκδοση αδειών, δοκιμαστικές γεωτρήσεις, περιβαλλοντικές μελέτες και στη συνέχεια να γίνουν και οι κανονικές γεωτρήσεις.