Δεν ξέρω αν η εγκληματικότητα αυξήθηκε ή αν διογκώθηκε η δημοσιότητα ορισμένων εγκλημάτων στις μεγάλες πόλεις ίδια στην Αθήνα, που δίνει την εντύπωση μιας αναρχούμενης πόλης, από τα εγκλήματα εκείνα που συγκινούν την κοινή γνώμη.
του Κων/νου Τζέκη
Πράγματι ορισμένες δράσεις των εγκληματιών, όπως οι βιαιότητα στα ζευγάρια, η σκληρότητα των ληστών που βασανίζουν ανήμπορους και άρρωστους γέρους, η αύξηση των ομάδων που συγκροτούνται για διάπραξη εγκληματικών πράξεων, υπερκαλύπτουν την πράγματι σπουδαία αποτελεσματικότητα για την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος αλλά και στην εξιχνίαση των ανθρωποκτόνων.
Η επαναφορά του κ. ΧρυσοχοΪδη τον οποίο τιμώ και σέβομαι βαθύτατα, αποτελεί πράγματι σοβαρή εγγύηση για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μέτρων περιορισμού της εγκληματικότητας, αλλά οι βιαστικοί θα πρέπει να περιμένουν. Να περιμένουν να επαναπροσδιορισθεί η εγκληματικότητα, να σχεδιασθούν μέτρα άμεσα για την δημιουργία πνεύματος ασφάλειας στους πολίτες, αλλά και έμμεσα για την στερέωση της ασφάλειας στη χώρα μας.
Μπορεί να απαιτηθούν στελέχη που πιθανόν να μην υπάρχουν στην Αστυνομία ή τα υπάρχοντα να διακατέχονται από πνεύμα ηττοπάθειας και μοιρολατρίας.
Ο εγκληματίας θα πρέπει να αισθανθεί την επιθετικότητα και το πνεύμα υπεροχής της Αστυνομίας, γιατί τότε θα κάνει λάθη και θα πέσει στα χέρια της.
Απαιτείται σοβαρός σχεδιασμός με προτεραιότητες, αφού ιεραρχηθούν τα προβλήματα και βέβαια ανάλογη ανοχή του κοινού, το οποίο θα πρέπει να δίδει τις πληροφορίες πριν το έγκλημα και όχι ύστερα απ’ αυτό.
Από την άλλη, θα πρέπει να επανασχεδιασθεί ολόκληρη η Αστυνομία.
Μπροστά στην κινητικότητα της πληροφορίας και στην τεράστια μετακίνηση των μαζών για πρόσκαιρους λόγους πχ διακοπές, ποδόσφαιρο, η Αστυνομία έχει να αντιπαρατάξει μια διασπαρμένη και κατακερματισμένη οργάνωση, από τον καιρό της σύστασής της που εκτός των άλλων είναι στατική. Παντού Αστυνομικά Τμήματα. με ελάχιστους διαθέσιμους για το έγκλημα Αστυνομικούς. Λείπουν τα Αστυνομικά Κέντρα εξυπηρέτησης,(ΚΕΠ), οι επιχειρησιακές μονάδες με υποδομές σκοπευτηρίων και άθλησης των υπηρετούντων, τα νηπιοτροφεία και νηπιαγωγεία για τις μεγάλες μονάδες. Λείπει μια μονάδα ταχυκίνητη να καλύπτει όλα τα μέτρα της Αττικής, χωρίς να απασχολείται κάθε μέρα με πορείες και ποδόσφαιρα ο Αστυνομικός, που θα πάρει το ρεπό του την καθημερινή σε βάρος της Αστυνόμευσης.
Το σύγχρονο πρόβλημα λέγεται ρομά. Η Αστυνομία δύσκολα μπαίνει στις συνοικίες τους και τους καταυλισμούς τους. Είναι καιρός να σκεφθεί έξυπνα, αφού η όποια επίδειξη δύναμης με περιοδικούς ελέγχους στους χώρους διαμονής τους, δε φαίνεται να κάμπτει τις παράνομες δραστηριότητές τους. Είναι καιρός να δημιουργηθεί ειδικό Αστυνομικό σώμα από ρομά που θα έχει περιορισμένες αρμοδιότητες και εντός του χώρου τους, με ειδική στολή που θα φοριέται μέσα στους καταυλισμούς, ειδικά περιορισμένα καθήκοντα. Έτσι και οι ρομά θα τους αποδεχθούν και πληροφορίες θα έχει η Αστυνομία απαραίτητες για την εξάρθρωση της εγκληματικότητας. Οι Αμερικανοί κάνανε στην αρχή έγχρωμους Αστυνομικούς και ελέγξουν το Χάρλεμ, οι Ολλανδοί το ίδιο για τους δικούς τους λόγους.
Από την άλλη οι μεγάλες μονάδες που είναι αντίθετες με το σωστό μάνατζμεντ θα πρέπει να διαχωριστούν, αφού η συγκεντρωτική Διοίκηση είκοσι χιλιάδων Αστυνομικών είναι δύσκολο να διοικηθεί. Αίφνης η ΓΑΔΑ μπορεί να διαχωριστεί σε μια ΓΑΔΑ Ασφάλειας και μια ΓΑΔΑ Αστυνομίας με έναν Αντιστράτηγο επικεφαλής. Αυτός ο διαχωρισμός θα είναι προς το συμφέρον της εύκολης και γρήγορης μεταφοράς της εντολής αλλά και ευκολότερα διοικούμενος.
Οι σχολές της Αστυνομίας θα πρέπει να διδάσκουν πληροφορική και ξένες γλώσσες. σε Πανεπιστημιακό επίπεδο, ώστε οι απόφοιτοι να είναι κομπιουτεράδες. Θα πρέπει να εγκαταλειφθεί το ημί-στρατιωτικό μοντέλο εκπαίδευσης και να αντικατασταθεί με ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό μοντέλο.
Τέλος το Τροχαίο Ατύχημα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως πρόβλημα αγωγής υγείας για τη χώρα μας και να υποστηριχθούν σύλλογοι ευαισθητοποιημένοι ώστε να υπάρχει η συμμετοχή του πολίτη στην κατανόηση του κινδύνου από την τροχαία παραβατικότητα. Σαφώς η ύπαρξη τεχνικών μέσων και η προμήθεια μηχανημάτων ελέγχων των ναρκωτικών στην οδήγηση, θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα στον έλεγχο της κατανάλωσής τους.
Με όλα αυτά που πρόχειρα ανασύρθηκαν από τις εμπειρίες μου στο Αστυνομικό Σώμα δεν σημαίνει ότι θα αντιμετωπισθεί και θα πληγεί το έγκλημα, αφού οι παράμετροι εγγίζουν και άλλες δομές του κράτους. Η δυσκολία εξεύρεσης εργασίας για τους αποφυλακισθέντες, το πρόβλημα των ουσιών, οι κοινωνικές δομές, οι υποδομές στις πόλεις, η Δημοτική Αστυνομία, η Δικαστική ατιμωρησία και κωλυσιεργία, είναι σοβαροί παράμετροι για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πάνω απ’ όλα όμως θα πρέπει να αλλάξει αφενός η συμπεριφορά του πολίτη και να εμπιστεύεται την Αστυνομία και αφετέρου το πνεύμα των Αστυνομικών. Με ηττοπάθεια και ρουτίνα δεν μπορεί να επιτευχθεί κανένας στόχος της αντιεγκληματικής πολιτικής.