Κάθε χρόνο, κάθε φορά, η πολιτεία καλείται να τιμήσει τους νεκρούς των αγώνων του Έθνους. Και αυτοί οι αγώνες είναι πολλοί, είναι ηρωικοί, είναι μοναδικοί ίσως στον κόσμο ολόκληρο. Τα επιστημονικά βιβλία μένουν βουβά μπρός στην αυταπάρνηση της ζωής, την ταπείνωση της ύπαρξης, την αυτοθυσία των Ελλήνων σε στιγμές κρίσιμες για το έθνος.
Του Κων/νου Τζέκη
Τι να πει ο ειδικός επιστήμονας που μελετά τις αξίες της ζωής για τον Αλέξανδρο Διάκο, τον πρώτο μαχητή και νεκρό του αγώνα του 1940; Τι να πει για τον Στρατηγό Κατσιμήτρο που αρνήθηκε να υποχωρήσει στη δεύτερη γραμμή άμυνας όπως τον διέταζε ο Μεταξάς και ο Πλαστήρας και καρφώθηκε στο Καλπάκι, ρεζιλεύοντας ταυτόχρονα τη Τζούλια, όχι τη δική μας, αλλά το επίλεκτο σώμα στρατού μιας Αυτοκρατορίας;
Τι να πει κανείς για την θυμωμένη απάντηση του λαού και το πείσμα του να τιμωρήσει εκείνους που τορπίλισαν την Έλλη, κάνοντας την εορτάζουσα Παναγία να ανασκιρτήσει για την επερχόμενη λαίλαπα;
Τι να πει για τις γυναίκες της Ηπείρου που βρήκαν κουράγιο και δύναμη να ξεπερνούν βουνά από χιόνι, φορτωμένες με υλικά βαρύτερα από τα μουλάρια και να εφοδιάζουν την πρώτη γραμμή με πολεμοφόδια, με ψωμί και μάλλινα ρούχα, αλλά και να δίνουν κουράγιο στους ελάχιστους που κιότευαν;
Πως άραγε είναι να δίνεις κουράγιο στον Ελύτη, στον Τσαρούχη και σε τόσους άλλους διανοούμενους πολεμιστές; Να δίνεις κουράγιο στον Παπαγιαννόπουλο, στον Κωνσταντάρα και τόσους άλλους ηθοποιούς;
Πως λέγεται επιστημονικά η μετατροπή του επιθανάτιου ρόγχου σε τραγούδι, όχι μοιρολόι μανιάτικο αλλά άλλοτε εμβατήριο σαν ανοιξιάτικη βροχή, σαν νανούρισμα της μάνας και άλλοτε σαν θυμωμένη μέλισσα ου είναι έτοιμη να ξοδέψει τη ζωή της σε μια απειλή;
Πως ονομάζεται επιστημονικά το επιφώνημα αέρας που σαν τ’ άκουγαν οι Ιταλοί Κένταυροι γινόντουσαν γατάκια στο γιατάκι τους;
Πως είναι να περνάς στην αθανασία προσφέροντας τη ζωή σου σαν αντάλλαγμα ή να είσαι άγνωστος στρατιώτης στα μάρμαρα της Βουλής;
Πώς είναι να επιβιώνεις από το διαρκές μαρτύριο του παιχνιδιού με το θάνατο και ύστερα να τον τραγουδάς σαν να τον περιφρονείς, σα να το κοροϊδεύεις που αστόχησε στις βολές του;
Πως είναι να περιγράφεις το μαρτύριο που έζησες; Αλήθεια Ελύτη πώς να είναι μια μαρμαρωμένη απορία;
«Τώρα κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη
M’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά
M’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί
Mοιάζει μπαξές που τού ’φυγαν άξαφνα τα πουλιά
Mοιάζει τραγούδι που το φίμωσαν μέσα στη σκοτεινιά
Mοιάζει ρολόι αγγέλου που εσταμάτησε
Mόλις είπανε «γεια παιδιά» τα ματοτσίνορα
Kι η απορία μαρμάρωσε…»
(Απόσπασμα από το ποίημά του «Γράμμα ηρωικό και πένθιμο..»)
Πως είναι όμως να ξοδεύεις μια εποποιία χάριν πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων; Πως είναι να εμποδίζεις την αναπαράσταση του θανάτου; Πως είναι να αρνείσαι να σταματήσεις τον χρόνο για μια στιγμούλα και να δοξάσεις και να καμαρώσεις αυτά τα παιδιά που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία και τη δημοκρατία που εσύ τάχατες για χάρη της μάχεσαι; Πώς να είναι;